ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ που έχεις τώρα στα χέρια σου, Έλληνα αναγνώστη (στη συνέχεια θα σε αποκαλώ μόνον Έλληνα), δεν είναι αποτέλεσμα επιστημονικής, ιστορικής ή φιλοσοφικής έρευνας. Γράφτηκε αυθόρμητα, με κίνητρο την αγάπη για την πατρίδα μας, την έγνοια για σένα, τον χειμαζόμενο Έλληνα (όντας κι εγώ μια τέτοια χειμαζόμενη Ελληνίδα) και την αγωνία για την “κοινή μας μοίρα”ως Ελλήνων, αλλά και αυτήν ολόκληρης της ανθρωπότητας. Επί πλέον, το κείμενο αυτό είναι αποτέλεσμα της εντελώς προσωπικής συνειδησιακής μου διαδρομής, που μου έδωσε τη δυνατότητα μιας λογικής επεξεργασίας των δεδομένων της σημερινής πραγματικότητας. Βέβαια, η λογική δεν υποκαθιστά την Αλήθεια, με το Α κεφαλαίο. Η μόνη δυνατότητα που έχει η λογική είναι να προσεγγίζει την Αλήθεια και, αν είναι έντιμη, να τη φωτίζει αμυδρά ή πιο έντονα, κάτι που εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ή να συσκοτίζει, να συγκαλύπτει και να αλλοιώνει την Αλήθεια, αν είναι ανέντιμη.
Τι, όμως, κάνει τη λογική να είναι έντιμη ή ανέντιμη; Είναι η ανιδιοτέλεια ή ιδιοτέλειά μας ως προς τον στόχο που την έχουμε βάλει να υπηρετεί, που την κάνει έντιμη ή ανέντιμη, δηλαδή ψεύτικη. Οι λόγοι ιδιοτέλειας είναι πολλοί: επιθυμία πολιτικής ή οικονομικής δύναμης, αυτοπροβολής και δημοσιότητας, πλουτισμού και οτιδήποτε άλλο μπορεί να έχει κίνητρο προερχόμενο από τα βάθη του εγώ μας. Ωστόσο, και η ψευδής λογική έχει αληθοφάνεια, γι’ αυτό είναι αρκετά δύσκολο να τη διακρίνει κάποιος, αν δεν έχει αναπτύξει μέσα του ισχυρούς δεσμούς με την Αλήθεια.
Μπορώ να διαβεβαιώσω ότι η λογική αυτού του κειμένου δεν είχε ιδιοτελή στόχο. Και ούτε μια στιγμή δεν ξέφυγε από την επίγνωση ότι είναι πολύ αδύναμη (η λογική) για να προσεγγίσει ολοκληρωτικά την Αλήθεια. Συνεπώς, μέσα από αυτό το κείμενο δίνω την όψη της Αλήθειας που είδα και κατανόησα, δηλαδή την όψη της Αλήθειας που βιωματικά συνειδητοποίησα. Οπότε, σίγουρα, δεν μπορεί να είναι ολόκληρη η Αλήθεια που αφορά τη σύγχρονη πραγματικότητα – ποιος την “κατέχει” ολόκληρη άλλωστε; Φωτίζει, ωστόσο –το πόσο έντονα ή αμυδρά, εσύ, αναγνώστη, θα το κρίνεις–, όψεις αυτής της πραγματικότητας με τρόπο ο οποίος δεν είναι φαντασιώδης ή ψεύτικος. Η φαντασία χρειάζεται για να δημιουργήσουμε το “νέο” και λειτουργεί μέσα σε αυτό το κείμενο. Είναι, όμως, εντελώς ευδιάκριτο πότε λειτουργεί η φαντασία, για να προτείνει –πιθανές– δημιουργικές λύσεις στα τόσο δύσκολα θέματα που αντιμετωπίζουμε και πότε λειτουργεί η λογική προσέγγιση της πραγματικότητας.
Σε αυτό το κείμενο δεν αναφέρονται βιβλιογραφικά στοιχεία, εφ’ όσον δεν είναι επιστημονική μελέτη. Η προσωπική μου σχέση με την πολλή μελέτη διακόπηκε πριν από πολλά χρόνια, λόγω πρακτικών αναγκών της ζωής. Έχω κάνει δύο σπουδές που μου έδωσαν δύο πτυχία, Πολιτικού Μηχανικού (Α.Π.Θ.) και δασκάλου (Μαράσλειος). Το πρώτο, ως επάγγελμα, ήταν εντελώς λάθος επιλογή, το δεύτερο είναι μέσα στο αίμα μου, γι’ αυτό και πολλές φορές το ύφος μου στη γραφή έχει κάτι το “δασκαλίστικο”, όσο και αν προσπαθώ να το αποφύγω. Ας με συγχωρήσετε γι’ αυτό. Ωστόσο, εδώ και πολλά χρόνια ασκούσα ένα άλλο πολύ πρακτικό επάγγελμα, σε μια πατρογονική αρτοποιητική μικροβιοτεχνία, έως το φετινό καλοκαίρι που συνταξιοδοτήθηκα. Έτσι, έχω βιώσει από πρώτο χέρι όλες τις αγωνίες, όλο τον αγώνα, όλο το πάλεμα του Έλληνα τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρώ τον εαυτό μου έναν άνθρωπο του λαού, χωρίς τίποτα να με ξεχωρίζει από τον κάθε “μέσο” Έλληνα, ούτε καν οι σπουδές μου, που είναι πια σαν να μην υπήρξαν.
Με αυτό το πνεύμα γράφτηκε αυτό το κείμενο, από μια απλή Ελληνίδα για όλους τους “απλούς” Έλληνες. Δε γράφτηκε για όσους μελετάνε και αναλύουν τις πολιτικές πραγματικότητες και όποιες άλλες, που σίγουρα γνωρίζουν όλα όσα γράφονται σε αυτό. Ωστόσο, το κείμενο έχει ένα πλεονέκτημα· συνδέει τα κάπως σκόρπια κομμάτια μιας γνώσης που οι περισσότεροι έχουμε, άλλος το ένα, άλλος το άλλο. Εξ αιτίας αυτής της σύνδεσης το πάζλ της πραγματικότητας αρχίζει να σχηματίζεται πληρέστερα μπροστά μας και αυτό επιτελεί μια πολύ ιδιαίτερη λειτουργία ως προς τη συνειδητότητά μας. Η σχετικά “πλήρης εικόνα” συμβάλλει στο να έχουμε ευρύτερη συνείδηση της πραγματικότητας που μας περιβάλλει. Και αυτό μάς ανοίγει το δρόμο να την αλλάξουμε θετικά, χρησιμοποιώντας δημιουργικά το νου και τις ενέργειές μας για ορθές αποφάσεις και πρόσφορες δράσεις.
Το κείμενο αυτό άρχισε να γράφεται στα μέσα Νοεμβρίου του 2013 και τελείωσε στα τέλη Ιουλίου του 2014, στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο που διέθετα. Επειδή τα κεφάλαιά του δε γράφτηκαν με τη σειρά που έχουν εδώ αλλά πιο ελεύθερα, ίσως μερικά πράγματα να επαναλαμβάνονται ελαφρώς. Αυτό είναι αρνητικό, επειδή κάπου-κάπου το κείμενο φλυαρεί, αλλά και θετικό, επειδή μερικά σημαντικά θέματα, επαναλαμβανόμενα, φωτίζονται από όλες τις πλευρές τους. Επίσης, επειδή η επικαιρότητα έτρεχε γινόντουσαν μικροπροσθήκες στο αρχικό κείμενο. Ιδιαίτερη προσπάθεια κατέβαλα ώστε η γραφή να είναι όσο γίνεται πιο απλή, χωρίς όμως να ευτελίζεται. Πλέον αυτού, εξηγώ τις δύσκολες λέξεις μέσα σε παρένθεση, ωστόσο δεν παραιτούμαι από το να τις χρησιμοποιώ όπου το απαιτεί η σαφήνεια και η αισθητική της γραφής. Και όπως το απαιτεί η επίγνωση ότι όλοι, κατά τις δυνάμεις μας, οφείλουμε να χρησιμοποιούμε όσο το δυνατόν περισσότερο από το λεκτικό βάθος της γλώσσης μας, αλλιώς θα τη σμικρύνουμε δραματικά. Εδώ-εκεί έγραφα τις τριτόκλιτες λέξεις στη γενική με την πλήρη –τη σωστή– κατάληξή τους, π.χ. της πόλεως και όχι της πόλης, αλλά όχι σε όλο το κείμενο, επειδή θα έμοιαζε λιγάκι μουσειακό. Όμως, βαθμιαία αλλά σταθερά οφείλουμε να επαναφέρουμε πολλά που εξελίχθηκαν στρεβλά στη γλώσσα μας, όπως και το πολυτονικό σύστημα.
Ο στόχος ήταν το κείμενο αυτό να διαβάζεται σαν ένα ευχάριστο ανάγνωσμα, από τον απλό, μέσο Έλληνα, παρ’ όλο που οι έννοιες που πραγματεύεται δεν είναι καθόλου εύκολες. Επειδή αυτός και μόνον αυτός είναι εκείνος που μπορεί να αλλάξει ριζικά τα πάντα σ’ αυτόν εδώ τον τόπο. Η ελληνική διανόηση αφ’ ενός είναι διασπασμένη ως προς τις θέσεις και τους στόχους της (και όταν ακόμη είναι γνήσια, εφ’ όσον υπάρχει και η “κάλπικη”, που όμως αμείβεται με αληθινή “λίρα”). Και αφ’ ετέρου, ακόμα και ενιαίες θέσεις αν είχε η ελληνική διανόηση, μόνη της, χωρίς αυτόν τον απλό, σκληρά δοκιμαζόμενο Έλληνα, που παλεύει να μείνει ηθικά και οικονομικά όρθιος μέσα σε ένα περίγυρο ψευτιάς και ρεμούλας που εκπορεύεται “από ψηλά”, τίποτα δεν μπορεί να επιτύχει το σημαντικό και μεγάλο. Αυτός ο Έλληνας, αν κατανοήσει σε βάθος τη ζοφερή πραγματικότητα που εκτυλίσσεται γύρω μας και πώς μπορεί να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά, είναι ακράδαντη η πίστη μου ότι θα το κάνει, ώστε να αλλάξουν όλα εδώ και, τότε, ίσως στη γη ολόκληρη.
Αυτός ήταν και παραμένει ο στόχος αυτού του κειμένου. Δεν το ονομάζω βιβλίο, προτιμώ τη λέξη κείμενο, επειδή “κείται” ενώπιον του Έλληνα αναγνώστη να το κρίνει και, αν το βρει αληθινό, να το περάσει στη συνείδησή του. Και ευχαριστώ όλους όσοι θα το διαβάσετε και θα θελήσετε να αλλάξετε τα πάντα εδώ στην πατρίδα μας, επειδή από εσάς άντλησε τη δύναμη να γραφτεί. Από την πίστη που έχω σ’ εσάς πως, αν το θελήσετε, μπορείτε να μεγαλουργήσετε, ανοίγοντας τα φτερά της συνειδήσεώς σας προς το παρελθόν και το μέλλον της πατρίδος μας, αγκυρωμένοι όμως γερά στο εδώ και τώρα, στο παρόν, που είναι ο χρόνος για να αλλάξουν όλα. Κλείνω τον πρόλογο με την ευχή η συνείδηση όλων μας να φθάσει τη δυνητική τελειότητα τού ελληνικού αρχετύπου (αυτήν που είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί ως απόλυτη κορυφή), που λειτουργεί ως πρότυπο και ως κίνητρο ανόδου μας προς αυτήν.
Πάτρα, 14 Νοεμβρίου 2013