Για περισσότερο από μισό αιώνα η λυτρωτική εκδίκηση εναντίον της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας, η οποία αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της Συνθήκης των Βερσαλλιών, θεωρείται πως δημιούργησε τις συνθήκες που οδήγησαν αναπόφευκτα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Λιγότερο αναγνωρισμένος και κατανοητός είναι ο αντίκτυπος που είχε η Συνθήκη σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου - ένας αντίκτυπος που έχει αφήσει τα σημάδια του μέχρι σήμερα στη Μέση Ανατολή, στην Άπω Ανατολή, στα Βαλκάνια, ακόμα και στο Ιράκ.
Σε αυτό το βιβλίο, ο βετεράνος ανταποκριτής David A. Andelman ρίχνει μια σύγχρονη ματιά στη Συνθήκη των Βερσαλλιών, μελετώντας την ως την πηγή πολλών κρίσιμων διεθνών ζητημάτων των καιρών μας. Αυτή η αποκαλυπτική ιστορία φέρνει στην επιφάνεια μία περίοδο έξι μηνών, η οποία μπορεί να μας διδάξει σήμερα πολλά και επίσημα μαθήματα.
Ο Andelman στρέφει τον συγγραφικό του προβολέα στα πολλά λάθη που διέπραξαν οι ειρηνοποιοί και τα οποία έμελλε να οδηγήσουν σε μια σειρά από κρίσεις και αιματοχυσίες -από την Αλγερία μέχρι το Κόσοβο-, καθώς και πολέμους - από το Ισραήλ μέχρι το Βιετνάμ. Ο συγγραφέας επικεντρώνει την προσοχή του στα μικρότερα έθνη - τα οποία εκπροσωπούνταν από τους τότε μικρούς παίκτες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπως ο Χο Τσι Μινχ και ο Σαρλ ντε Γκωλ, που έμελλε να εξελιχθούν σε σημαντικούς παράγοντες. Με αυτόν τον τρόπο παρατηρεί πώς οι διαβουλεύσεις του Παρισιού επηρέασαν την Ιστορία όχι μόνο τού 20ού αλλά και του 21ου αιώνα. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει είναι δυσοίωνο: ο πατερναλισμός, η άγνοια και οι αυτοσκοποί των Μεγάλων Δυνάμεων που λάξευσαν τη Συνθήκη είχαν ολέθριες συνέπειες, οι οποίες όμως είχαν ήδη προβλεφθεί από εκείνη την εποχή. Παρ’ όλα αυτά τα σημερινά αναπτυγμένα έθνη του κόσμου μοιάζουν συχνά να μην έχουν διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος, καθώς επαναλαμβάνουν τις ίδιες πολιτικές.
Ο Andelman περιγράφει επίσης με ζωντανό τρόπο τη λαμπερή και συχνά χαοτική κοινωνική δίνη που πλαισίωσε τις διαπραγματεύσεις: τη στιγμή που η Elsa Maxwell παρέθετε την πρώτη της δεξίωση -στην οποία ο νεαρός Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ φλέρταρε με Παριζιάνες χήρες προς ταπείνωση της συζύγου του, της Eleanor, και πριγκίπισσες χόρευαν μέχρι πρωίας με καλοντυμένους νεαρούς κυρίους υπό τους διεγερτικούς καινούργιους ήχους της αμερικανικής τζαζ- κάποιοι πολιτικοί, όπως ο Georges Clemenceau και ο David Lloyd George, έσκυβαν πάνω από πελώριους χάρτες, διαιρούσαν εδάφη και εδραίωναν τη θέση των χωρών τους ανάμεσα στις παγκόσμιες δυνάμεις για τις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν.
Γεμάτο με παραθέματα από τα ημερολόγια και την αλληλογραφία εκείνων που συμμετείχαν στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης αλλά και μέχρι σήμερα αδημοσίευτες φωτογραφίες, το A Shattered Peace θα αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε για την Ιστορία του 20ού αιώνα, τον τρόπο που αυτή επηρέασε τα γεγονότα του σήμερα και τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε από εδώ και πέρα.
Σε αυτό το βιβλίο, ο βετεράνος ανταποκριτής David A. Andelman ρίχνει μια φρέσκια ματιά στη Συνθήκη των Βερσαλλιών, μελετώντας την ως την πηγή πολλών απ’ τα κρίσιμα διεθνή ζητήματα των καιρών μας. Αυτή η αποκαλυπτική ιστορία παρουσιάζει τα μαθήματα που έκρυβαν για εμάς σήμερα εκείνοι οι έξι μήνες των διαπραγματεύσεων στο Παρίσι.
Μετάφραση:
Κρίτσης, Κωνσταντίνος
Είδος:
Βιβλίο
Τίτλος Πρωτοτύπου:
A Shattered Peace:Versailles 1919 and the price we pay today
ISBN:
978-960-446-138-7
Αριθμός έκδοσης:
1η
Έτος έκδοσης:
2014
Πρώτη έκδοση:
2014
Δέσιμο:
Μαλακό εξώφυλλο
Διαστάσεις:
17 x 24
Σελίδες:
326
Εικονογράφηση:
Βιβλιογραφία:
Βάρος:
730 γρ.
Ευχαριστίες
Πρόλογος: Σημεία καμπής
Στον δρόμο για το Παρίσι
Η Έναρξη
Το μαϊστράλι
Το Κράτος των Εβραίων
Ένας περίεργος άνεμος από την Ανατολή
Ένα ζευγάρι βαλέδεςΌλοι στο Όριεντ Εξπρές
Μέσα στη Βαλκανική σούπα
Η ευρύτερη Ασιατική Ανασφάλεια
Πού κατέληξαν όλοι αυτοί;
Χάρτες
Βιβλιογραφία
Ευρετήριο Ονομάτων
Άνοιξη στο Παρίσι, Τρίτη 13 Μαΐου του 1919, μια υπέροχη ημέρα. Στις τέσσερις το μεσημέρι η πόλη λούζεται ακόμα σε αυτό το κρυστάλλινο φως που μοιάζει να ξεπλένει όλα τα κτήρια, ακόμα και τα γέρικα αλλά κομψά αστικά σπίτια του κοσμικού 16ου Διαμερίσματος. Εκεί, στην οδό Nitot, ο Πρόεδρος Woodrow Wilson έχει συγκεντρώσει τους ηγέτες των τεσσάρων θριαμβευτών Συμμάχων. Ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος έχει τελειώσει. Και τώρα αυτοί οι πολιτικοί άνδρες ετοιμάζονται να ανακατασκευάσουν τον κόσμο – σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη. Το θέμα της ημέρας είναι το Ιράκ – η χάραξη αυτού που θα αποτελέσει ένα καινούργιο έθνος στην άμμο της Μεσοποταμίας. Ο ευφυής νέος Βρετανός διπλωμάτης Harold Nicolson περιμένει στην αίθουσα αναμονής βυθισμένος στην ανάγνωση του Πορτρέτου του Ντόριαν Γκρέι όταν, ξαφνικά, μια πόρτα ανοίγει διάπλατα και τον καλούν να παρευρεθεί ενώπιον των ηγετών. Ο ίδιος περιγράφει τη συνέχεια στο ημερολόγιό του:
Ένα βαριά διακοσμημένο γραφείο, με τον τεράστιο χάρτη μου απλωμένο στο χαλί. Σκυμμένοι πάνω του, (μουρμουρίζοντας προβληματισμένοι), είναι ο Clemenceau, ο Lloyd George και ο PW. Έχουν μετακινήσει τις καρέκλες τους και σκύβουν πάνω από τον χάρτη. … Χαράσσουν τον σιδηρόδρομο της Βαγδάτης. Ο Clemenceau δεν μιλάει καθόλου. Κάθεται στην άκρη της καρέκλας του και τα δυο του χέρια, μέσα σε μπλε γάντια, κρέμονται πάνω από τον χάρτη. Μοιάζει, περισσότερο από ποτέ, με ξανθό γορίλα. … Είναι εξωφρενικό το γεγονός ότι αυτοί οι αδαείς και ανεύθυνοι άνδρες έχουν την άνεση να τεμαχίσουν τη Μικρά Ασία με την ίδια ευκολία που θα τεμάχιζαν ένα κέικ. … Άραγε δεν είναι φρικτό η ευτυχία εκατομμυρίων ανθρώπων να διασκορπίζεται με αυτόν τον τρόπο; Οι αποφάσεις τους είναι ανήθικες και ανέφικτες. … Είναι τρεις αδαείς άνδρες που έχουν για οδηγό τους ένα παιδί. … Αυτό το παιδί, υποθέτω, είμαι εγώ. Όπως και να 'χει, το παιδί αγωνιά.
Αυτός ο αυτο-επικριτικός Nicolson ίσως να ήταν ο μόνος σε εκείνο το δωμάτιο που είχε καταλάβει ότι όσοι δεν μαθαίνουν από την Ιστορία είναι καταδικασμένοι να την επαναλάβουν. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ιστορία επαναλήφθηκε.Με αυτόν τον τρόπο ξεκίνησαν όλα στο Παρίσι. Αν υπάρχει μία στιγμή στον 20ό αιώνα όπου όλα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά, θα ήταν αυτή: Παρίσι, 1919. Το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, τον οποίο με την εκ των υστέρων γνώση μας ονομάσαμε Α Παγκόσμιο Πόλεμο, άλλαξε τα πάντα. Η ειρήνη που επιβλήθηκε στις Βερσαλλίες από τις Δυνάμεις της Δύσης –Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και ΗΠΑ– στους ηττημένους, τους εξασθενημένους, τους αδύναμους, τους ορφανεμένους και τους αποξενωμένους, καθόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό τα γεγονότα που έμελλε να διαταράξουν τις ισορροπίες όχι μόνο κατά τη διάρκεια τού 20ού αιώνα, αλλά και μετέπειτα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε εκείνο το σταυροδρόμι της Ιστορίας τα λάθη και οι παραλείψεις υπήρξαν συχνά, σε αρκετές περιπτώσεις, εξίσου ή περισσότερο σημαντικά από τις συνειδητά κακές επιλογές. Οι κληρονόμοι και οι απόγονοι όσων αγνοήθηκαν και περιφρονήθηκαν στις Βερσαλλίες ήταν εκείνοι που θα επέστρεφαν και θα ξεσπούσαν την εκδίκησή τους πάνω μας. Αμέτρητα βιβλία έχουν γραφεί σχετικά με τις αποτυχίες των Μεγάλων Δυνάμεων – τον αποκλειστικό στόχο των Γάλλων και των Βρετανών να συνθλίψουν τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο στρατιωτικό και οικονομικό τους αντίπαλο, και να ευνουχίσουν τους συμμάχους της, την Αυστρο-Ουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ώστε να διασφαλίσουν πως καμία από αυτές τις χώρες δεν θα είχε ποτέ ξανά τα μέσα και τη διάθεση να προκαλέσει τη γαλλική ηγεμονία στην ηπειρωτική Ευρώπη ή τον βρετανικό έλεγχο των διεθνών υδάτων. Επιπλέον, οι Αμερικανοί αποδείχθηκαν ανίκανοι να επιβάλουν τις δικές τους ηθικές αξίες τόσο στους Συμμάχους όσο και στους εχθρούς τους, και η ανικανότητα εκείνη έθεσε τις βάσεις για αρκετά από τα προβλήματα που ταλανίζουν μέχρι και σήμερα. Εκεί όμως που έχει δοθεί λιγότερη προσοχή είναι στα πρόσωπα και τους λαούς που στριμώχτηκαν στο περιθώριο των συνεδριάσεων του Παρισιού, οι ανάγκες και οι επιθυμίες των οποίων δεν έτυχαν παρά μονάχα μιας φευγαλέας προσοχής.Αυτές οι παραλείψεις, οι λανθασμένες κρίσεις αλλά και η καταφανής άρνηση να αντιμετωπιστούν πολλές από τις επιτακτικές ανάγκες απομακρυσμένων περιοχών, για τις οποίες οι κοντόφθαλμοι, ευρωκεντρικοί πολιτικοί και διπλωμάτες δεν θεωρούσαν ότι συνιστούσαν άμεση απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και τάξη, οδήγησαν άμεσα σε μερικά από τα πιο καταστροφικά γεγονότα των καιρών μας. Τα παραπτώματα αυτής της μικρής περιόδου του 1919 μεταφέρθηκαν μέσω του DNA της διπλωματίας, συχνά με ολέθριες συνέπειες, στη δική μας παγκόσμια τάξη.Επί δύο δεκαετίες ταξίδεψα ως ξένος ανταποκριτής στις πιο απομακρυσμένες άκρες της Ευρώπης, της Ασίας και της Μέσης Ανατολής και συνομίλησα με παντοδύναμους και περιθωριοποιημένους –με βασιλιάδες και απλούς πολίτες– σε τέσσερις ηπείρους. Όπου και αν πήγα, βρέθηκα αντιμέτωπος με την ίδια ερώτηση, ειπωμένη διαφορετικά από ανθρώπους που είχαν προβληματιστεί βαθιά για όσα είχαν πάει στραβά, πολλές φορές πολύ στραβά, με το σύστημα διακυβέρνησης και με τον τρόπο ζωής τους: Πώς φτάσαμε σε αυτήν την κατάσταση και πού εκτροχιάστηκαν τα πράγματα;Δεν πίστεψα ποτέ στη θεωρία της μοναδικής αιτιότητας· η Ιστορία είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη για τέτοιες απλοϊκές προσεγγίσεις. Παρ’ όλα αυτά είμαι έντονος υποστηρικτής των σημείων καμπής. Και όσο περισσότερο συλλογίζομαι αυτήν την ερώτηση, την οποία άκουσα από τόσο διαφορετικούς ανθρώπους –από μια Ταϊλανδή πριγκίπισσα και τελευταία επιζώσα εγγονή του μικρότερου γιου του βασιλιά Mongkut, από έναν Ούγγρο καθηγητή αμερικανικών σπουδών και γαμπρό τού πιο σεβαστού και τιμημένου ποιητή του ουγγρικού έθνους, από έναν Ισραηλινό διπλωμάτη από την Αυλή της Golda Meir, από έναν Αυστριακό καρδινάλιο, από τον σωματοφύλακα του Γιάσερ Αραφάτ και από αρκετούς άλλους– τόσο περισσότερο πιστεύω ότι μπορεί πραγματικά να υπήρξε μία μοναδική στιγμή στη σύγχρονη Ιστορία όπου οι κόσμοι όλων διασταυρώθηκαν, συγκρούστηκαν και εξοστρακίστηκαν για ακόμα μια φορά εκτός ελέγχου.Αυτή ήταν μια εξαιρετικά σπάνια περίπτωση, κατά την οποία τόσο διαφορετικοί πολιτισμοί και άνθρωποι, τόσο ανόμοια συστήματα πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης, συναντήθηκαν σε ένα μέρος με στόχο τη διαμόρφωση του μέλλοντος του πολιτισμένου κόσμου. Σίγουρα έχουν υπάρξει και άλλες σημαντικές συναντήσεις κορυφής μεταξύ των παγκόσμιων ηγετών. Υπήρξε η δημιουργία των Ηνωμένων Εθνών στο Lake Success και η ετήσια φθινοπωρινή τελετή που σηματοδοτεί την έναρξη της Γενικής Συνέλευσης του οργανισμού. Υπήρξε το Bretton Woods όπου τέθηκε σε κίνηση το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα. Υπήρξαν οι συνεδριάσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Υπήρξαν πολυεθνικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις από το Βιετνάμ μέχρι τη Μέση Ανατολή. Ήμουν παρών σε αρκετές από αυτές. Καθένα από εκείνα τα γεγονότα, όμως, διαμορφώθηκε –ή μάλλον προκαθορίστηκε– από αυτούς του μήνες στο Παρίσι. Την ώρα που ο χειμώνας έδινε τη θέση του στην άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1919, οι ηγέτες μιας χούφτας εθνών τόλμησαν να δράσουν σαν μια παγκόσμια κυβέρνηση και να επιβάλουν τη θέλησή τους, διαμορφώνοντας κατ’ ουσίαν τον κόσμο και την Ιστορία σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη.Τα όσα συνέβησαν τότε, δεν διαφέρουν πολύ από τα όσα συμβαίνουν στη δική μας γεμάτη προβλήματα εποχή: μια μικρή ομάδα δυνάμεων, υπό την ηγεσία και πάλι των Ηνωμένων Πολιτειών και της αυτοαποκαλούμενης ηθικής υπεροχής τους, επιχείρησε να επιβάλει τη θέλησή της σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, χωρίς αυτός ο κόσμος να έχει επιλέξει ή να καλοδέχεται μια τέτοια αυθαίρετη πρωτοβουλία. Ωστόσο, η ουσιώδης διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι σε εκείνον τον κατά πολύ απλούστερο κόσμο ήταν όντως δυνατόν μια χούφτα εθνών να σταματήσει τη ροή του χρόνου και να αλλάξει τη φύση και την πορεία της Ιστορίας – δυστυχώς αφήνοντας πίσω της έναν αντίκτυπο, τον οποίο αντιμετωπίζουμε ακόμα και σήμερα. Οι συνοριακές γραμμές που τράβηξε για τα έθνη που δημιουργούσε, οι άνθρωποι που συγκέντρωσε εντός αυτών των τεχνητών ορίων, οι ισχυρές δυνάμεις των εθνοτήτων και της θρησκείας που απελευθέρωσε και οι οικονομίες που σύστησε και έμελλε να αποτύχουν οδήγησαν σε πολλά από τα προβλήματα που έχουμε κληρονομήσει. Τι ακριβώς πήγε στραβά στο Παρίσι και τι έφταιξε ώστε σήμερα να αντιμετωπίζουμε τόσο σοβαρά ζητήματα, ειδικά σε όσα μέρη του κόσμου αυτοί οι μεγάλοι άνδρες, οι παντοδύναμοι πολιτικοί και οι εξαιρετικοί διπλωμάτες δεν έδωσαν σχεδόν καθόλου προσοχή; Αυτή είναι η ερώτηση που θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στις σελίδες που ακολουθούν, επικεντρώνοντας την προσοχή μας στους μικρούς παίκτες: όλες εκείνες τις χώρες που αδημονούσαν στις παρυφές των Μεγάλων Δυνάμεων για κάποιο ψίχουλο, το οποίο θα έπεφτε από το τραπέζι τους και με το οποίο θα μπορούσε να βελτιωθεί το μέλλον και να εξασφαλιστεί η ελευθερία και η ευημερία των λαών τους – τελικά απογοητεύτηκαν πικρά. Οι ασήμαντες ανάγκες αυτών των μικρών παικτών, οι οποίες το 1919 απορρίφθηκαν με ένα περιφρονητικό νεύμα, θα μετατρέπονταν σε κατακλυσμικά γεγονότα μισό αιώνα ή και περισσότερο αργότερα. Οι σπόροι των τρομοκρατικών πολέμων τού σήμερα σπάρθηκαν στις αίθουσες των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων του Παρισιού – από εκείνους που ήταν παρόντες και από εκείνους που δεν ήταν.Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του απογοητευμένου Woodrow Wilson, ο οποίος, παρ’ ότι είχε πάει στο Παρίσι με την πρόθεση να φέρει μια νέα εποχή ηθικής ευθύνης στη διαχείριση των διεθνών σχέσεων και να δώσει ένα τέλος στις παγκόσμιες συγκρούσεις, βρέθηκε μέσα σε μερικές εβδομάδες να βυθίζεται σε έναν βούρκο ενδο-ευρωπαϊκών δολοπλοκιών και αποικιοκρατικών κερδοσκοπιών: «Ο κόσμος θα πει ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις πρώτα χώρισαν και διένειμαν τα αβοήθητα μέρη του κόσμου και μετά σύστησαν την Κοινωνία των Εθνών. Η σκληρή αλήθεια είναι ότι καθένα από αυτά τα μέρη του κόσμου ανατέθηκε σε μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις».Ωστόσο, αυτά τα αβοήθητα μέρη του κόσμου είχαν τη δική τους φωνή στο Παρίσι. Το πρόβλημα ήταν πόσο τακτικά και πόσο δυνατά άκουσαν τη φωνή τους εκείνοι που ανακατασκεύαζαν τον κόσμο. Ποιοι ήταν μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους; Ήταν ο Nguyen Tat Thanh, ένας βοηθός σερβιτόρου στο ξενοδοχείο Ritz και φωτογράφος μερικής απασχόλησης, ο οποίος επιθυμούσε διακαώς την απελευθέρωση του λαού του στην απομακρυσμένη γαλλική αποικία της Κοχιγκίνα. Ήταν ο Φεϊζάλ ιμπν Χουσεΐν, ένας Βεδουίνος πρίγκιπας από την Αραβία, απόγονος του Προφήτη, μέλος της αρχαίας φυλής των Χασεμιτών, ο οποίος αναζητούσε την ενότητα του αραβικού κόσμου και την επικύρωση της κυριαρχίας του πάνω στις αχανείς εκτάσεις της Αραβικής Χερσονήσου, από τον Κόλπο της Άκαμπα, το Ιράκ και την έρημο Rub’ al Khali έως τη Μεσόγειο. Ήταν ο Chaim Weizmann, ένας Εβραίος πατριώτης, ο οποίος ονειρευόταν την επιστροφή του λαού του στους Αγίους Τόπους που, όπως πίστευε, τους είχε υποσχεθεί ο Θεός. Ήταν και άλλοι πολλοί: Ασιάτες πρίγκιπες από την Ιαπωνία, επαναστάτες από την Πολωνία, μουσικοί, συγγραφείς και παλιάνθρωποι από τα Βαλκάνια και τις εκτάσεις της ουγγρικής puszta μέχρι τα ανθρακωρυχεία της Τσεχοσλοβακίας, και από τις στέπες της Ρωσίας μέχρι τις πύλες του Κρεμλίνου. Όλοι μαζί συνέθεσαν ένα εξαιρετικό, αλλά σε τελική ανάλυση αποτυχημένο, ταμπλό συμφερόντων, το οποίο έμελλε να οδηγήσει στην υπογραφή μιας συνθήκης κακο-σχεδιασμένης και ανήμπορης να επιβάλει τη διαρκή ειρήνη που τόσο έντονα επιθυμούσαν τουλάχιστον κάποιοι από τους σχεδιαστές της.Καθένας τους ήρθε στο Παρίσι με τις δικές του ξεχωριστές, συχνά ιδιόμορφες ή ακόμα και δονκιχοτικές, ανάγκες και επιθυμίες. Η ατζέντα των θεμάτων τους όμως έμελλε να προσκρούσει πάνω σε αδιάφορους και αλαζόνες άνδρες, οι οποίοι την αντιμετώπισαν με τρόπο υβριστικό και απαξιωτικό και την απέρριψαν αβίαστα προσφεύγοντας στην κοροϊδία και τη χλεύη. Ο λόγος που αυτοί οι άνδρες, αλλά και μία γυναίκα ανάμεσά τους, είχαν τέτοια εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους να χειραγωγήσουν τα κέντρα εξουσίας ήταν επειδή έπαιζαν στη δική τους έδρα. Ήταν μια έδρα που σχεδίαζαν, οικοδομούσαν και τελειοποιούσαν κάθε πρωί χρησιμοποιώντας τους δικούς τους κανόνες – το τελικό αποτέλεσμα του παιχνιδιού είχε εξάλλου αποφασιστεί προτού καν ταξιδέψουν για το Παρίσι στις εβδομάδες που ακολούθησαν μετά την υπογραφή της εκεχειρίας. Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι οι συγκεκριμένοι κανόνες ήταν οι μόνοι διαθέσιμοι ή οι καλύτεροι δυνατοί. Απλώς ήταν οι μόνοι τους οποίους οι συγκεκριμένοι παίκτες είχαν αποφασίσει να τηρήσουν.Φανταστείτε τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν οι Συμμαχικές Δυνάμεις είχαν αναγκαστεί να διαπραγματευτούν τους όρους της μελλοντικής ανθρωπότητας υπό τους κανόνες και την οργάνωση των Βεδουίνων Αράβων της ερήμου Rub’ al Khali ή των Νοτιοβιετναμέζων του Ανάμ. Πολιτιστικά, πολιτικά ή και στρατιωτικά οι δικοί τους πολιτισμοί δεν ήταν από καμία άποψη λιγότερο προηγμένοι σε σχέση με τον δικό μας. Ωστόσο, αναγκάστηκαν να παίξουν με κανόνες, οι οποίοι για εκείνους ήταν αδιαπέραστοι και οι οποίοι καταδίκαζαν τους στόχους τους σε αποτυχία.Αυτοί οι μικροί παίκτες πέρασαν τους περισσότερους από εκείνους τους μήνες στο Παρίσι κοιτάζοντας, πίσω από ένα αόρατο τζάμι, ανήμποροι τις χώρες τους να τεμαχίζονται και το όνειρο της αυτοδιάθεσης που υπόσχονταν τα ευγενή Δεκατέσσερα Σημεία του Αμερικανού Προέδρου Wilson να εξανεμίζεται. Τα Σημεία αυτά αποτελούσαν τις βασικές αρχές υπό τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες δέχθηκαν να συμμετάσχουν στον πόλεμο και να επιχειρήσουν να θεμελιώσουν μια διαρκή ειρήνη. Όσο όμως οι μεγάλοι πολιτικοί άνδρες έπαιζαν παιχνίδια ρεαλπολιτίκ, το μέλλον αυτών των μικρότερων εθνών ανατέθηκε στα χέρια μιας σειράς ακαδημαϊκών και νεαρών διπλωματών – μια πολύ μεγάλη ευθύνη. Παρόλο που ο καθένας από αυτούς θα έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε, αυτό που στο τέλος θα άφηναν πίσω τους ήταν μια αποτυχημένη ειρήνη με τη μορφή ενός εγγράφου 80.000 λέξεων – η μεγαλύτερη σε έκταση συνθήκη που υπογράφτηκε ποτέ στην Ιστορία. Η κληρονομιά τους όμως υπήρξε ακόμα μεγαλύτερη, καθώς οι εθνικές ελπίδες που συνέτριψαν έμελλε να είναι εκείνες που θα οδηγούσαν σε έναν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και στην κυριαρχία ενός κομμουνιστικού δεσποτισμού στη μισή Ευρώπη για το υπόλοιπο του αιώνα.
Όλα αυτά διαδραματίστηκαν πάνω σε ένα πολύχρωμο μωσαϊκό από ηγεμόνες και κλέφτες, τσαρλατάνους, προαγωγούς, κοσμικούς, διανοούμενους, δημοσιογράφους και καλλιτέχνες κάθε λογής. Αυτό το καλειδοσκόπιο προσωπικοτήτων έδωσε το δικό του στίγμα εκείνους τους μήνες στο Παρίσι και βοήθησε να στηθεί ο σκηνικός διάκοσμος των διαπραγματεύσεων της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Η γνωστή κοσμική Elsa Maxwell διοργάνωσε το πρώτο από τα διάσημα σουαρέ της στο σπίτι του Boni de Castellane, στη Rue de Lille 71, για χάρη της νεαρής Αμερικανίδας κληρονόμου την οποία συνόδευε. Η μεγάλη ηθοποιός Sarah Bernhardt εμφανίστηκε σε γκαλά για χάρη γαλλικών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Η σχεδιάστρια διασημοτήτων Elsie de Wolfe παρέθεσε την εποχή εκείνη τις περίφημες συγκεντρώσεις για τσάι. Η Megan, η μικρή κόρη του Βρετανού Πρωθυπουργού David Lloyd George, περνούσε τα βράδια της χορεύοντας στο υπόγειο του ξενοδοχείου Majestic, συχνά στην αγκαλιά του νεαρού διπλωμάτη Harold Nicolson. Ο Allen Dulles, ένας κατώτερος Αμερικανός αξιωματούχος, τριγυρνούσε στα βραδινά κέντρα και τα σοκάκια του Παρισιού μαθαίνοντας την τέχνη της κατασκοπείας – μια γνώση πάνω στην οποία θα οικοδομούσε τριάντα χρόνια αργότερα την οργάνωση της CIA. Ο ζηλόφθονος αδερφός του, ο John Foster Dulles, κατάφερε επίσης να βρεθεί στο Παρίσι όπου η αλαζονεία του μετατράπηκε σε μια επώδυνη προσπάθεια να καθιερώσει μια νέα οικονομική τάξη στην Ευρώπη.Ένας γοητευτικός Γάλλος συνταγματάρχης ηγείτο μιας εξεταστικής των πραγμάτων επιτροπής στην Πολωνία την ώρα που φήμες για ένοπλες συγκρούσεις έφταναν στα αφτιά των αποστολών στο Παρίσι. Ο συνταγματάρχης αυτός ήταν ο Σαρλ ντε Γκωλ. Ένας νεαρός υφυπουργός του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού, ονόματι Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ, έφερε στη Γαλλία τη γυναίκα του, την Eleanor. Εκείνη επρόκειτο να ανακαλύψει σύντομα πως ο σύζυγός της ήταν ιδιαίτερα περιποιητικός με τις Παριζιάνες που είχαν χάσει τους συντρόφους τους στον πόλεμο. Υπήρξαν βραδιές που ο Jean Cocteau διάβαζε φωναχτά το «Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας» και ο André Gide συναναστρεφόταν με τον Marcel Proust. Παρόντες ήταν Ιάπωνες βαρόνοι και υποκόμητες, Ρουμάνοι βασιλιάδες και Τρανσυλβανοί ποιητές, ακόμα και ο Wellington Koo, ο τριανταδυάχρονος πρέσβης της Κίνας στην Ουάσινγκτον, ο οποίος μόλις είχε αποφοιτήσει από το Πανεπιστημίο Columbia και ο οποίος αρεσκόταν ακόμα να τραγουδάει τον ύμνο του κολεγίου του. Σε καθεμία από τις μεγάλες αποστολές, οι μικροί παίκτες ήταν συχνά οι πραγματικοί φύλακες της φλόγας της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, την οποία ο πολιτισμένος κόσμος είχε τόσο ανάγκη, αλλά απέτυχε τελικά να διαφυλάξει. Τον Μάρτιο του 1915 ένα από τα μέλη της αμερικανικής αποστολής, ο Ταγματάρχης Stephen Bonsal, έτυχε να συναντηθεί στο Βερολίνο με το δεξί χέρι και μυστικοσύμβουλο του Wilson, τον Συνταγματάρχη Edward House, και να τον βοηθήσει ως μεταφραστής γερμανικών. Τρεισήμισι χρόνια αργότερα, ο Bonsal πήρε απόσπαση από την πρώτη γραμμή του μετώπου και συναντήθηκε και πάλι με τον House στο σπίτι του, στη Rue de l’Université. Ήταν λίγο πριν από την υπογραφή της εκεχειρίας που σηματοδότησε το τέλος του πολέμου τον Νοέμβριο του 1918 και ο House ετοιμαζόταν για τις δύσκολες διαπραγματεύσεις που θα ακολουθούσαν. Ο Bonsal περιγράφει τι ζήτησε από εκείνον ο House:
Θα ακολουθήσω το παράδειγμα του Προέδρου και δεν θα σου δώσω συγκεκριμένες οδηγίες, αλλά μια γενική ιδέα αυτών που περιμένω από εσένα. Νομίζω πως μπορώ να κουμαντάρω τον Lloyd George και τον «Τίγρη» [τον Georges Clemenceau] χωρίς πολύ βοήθεια. Στα χέρια σου αφήνω όλους τους υπόλοιπους δυνατούς άνδρες του κόσμου. Περιμένω από εσένα να επικοινωνείς μαζί μου τουλάχιστον μία φορά την ημέρα τηλεφωνικά και η πόρτα μου θα είναι πάντοτε ανοιχτή για εσένα. Αν κάποια στιγμή δεν μπορέσεις να επικοινωνήσεις τηλεφωνικά, στείλε μου ένα υπόμνημα – ή μάλλον ακόμα καλύτερα άφησέ το στους ναύτες που θα φυλάνε την πόρτα μου. … Αυτός ο πόλεμος, που έχει καταστρέψει ολόκληρες πόλεις, έχει παράλληλα φουσκώσει υπερβολικά την εικόνα μερικών ασήμαντων ανθρώπων, οι οποίοι πλέον φαντάζουν σημαντικοί, ίσως υπέρ το δέον σημαντικοί. Περιμένω από εσένα να μου τους παρουσιάσεις έτσι όπως είναι στην πραγματικότητα. … [Ειδικότερα] θέλω να είσαι σε επαφή με αυτούς τους περίεργους ανθρώπους από τη νοτιοανατολική Ευρώπη, οι οποίοι συγκεντρώνονται σωρηδόν στο Παρίσι προσμένοντας, πολύ φοβάμαι, έναν δεύτερο Χρυσό Αιώνα, ο οποίος μπορεί και να μην βρίσκεται τόσο κοντά όσο όλοι θέλουμε να ελπίζουμε.
Ο Bonsal έμεινε άναυδος: «Βγήκα από το δωμάτιο ασθμαίνοντας. Δεν ήταν και λίγη η δουλειά που μου είχε ανατεθεί επειδή έτυχε να “πέσω πάνω” στον Συνταγματάρχη House στους δρόμους του Βερολίνου τον Μάρτιο του 1915». Οι περισσότεροι αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να μην δώσουν σημασία σε ανθρώπους σαν τον Wilson, ο οποίος στόχευε σε ανώτερες αξίες και υψηλότερα αποτελέσματα. Το γεγονός αυτό οδήγησε συχνά σε διαμάχες και καχυποψίες μεταξύ των Συμμάχων στο Παρίσι. Οι Βρετανοί έβλεπαν τους Γάλλους ως ανταγωνιστές για την κυριαρχία στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Μέση Ανατολή και τις ρωσικές εκτάσεις στην Κεντρική Ασία. Και οι δυο φοβούνταν ότι οι περιοχές αυτές έπεφταν θύματα του κομμουνισμού, ο οποίος απειλούσε να αρπάξει τις αποικίες μέσα από τα χέρια τους. Την ίδια στιγμή οι Γάλλοι –ένας ιδιαίτερα περήφανος λαός, στα εδάφη του οποίου διεξήχθη και κερδήθηκε ουσιαστικά ο Μεγάλος Πόλεμος– διαπίστωναν ότι η σύγκρουση στην Ευρώπη είχε γονατίσει την οικονομία τους. Ήταν αναγκασμένοι να «ζητιανέψουν» για οικονομική βοήθεια από τους Βρετανούς την ίδια ώρα που οι Αμερικανοί αποκτούσαν μεγάλα χρηματικά ποσά χωρίς κανέναν κόπο.Όλη αυτή η πικρία αναδύθηκε με πολλούς τρόπους στο Παρίσι. Μέσα σε μερικούς μήνες οι ζητωκραυγές με τις οποίες τα γαλλικά πλήθη είχαν υποδεχτεί αρχικά τον Wilson έδωσαν τη θέση τους σε μια παγερή σιωπή. Τα ίδια πλήθη παρέμειναν ακίνητα όταν το πρόσωπο του Προέδρου εμφανιζόταν στα φιλμ των επίκαιρων στους κινηματογράφους, ενώ οι Γάλλοι γραφειοκράτες υπερχρέωναν τους Αμερικανούς για τα πολυτελή δωμάτια του ξενοδοχείου Crillon, τα οποία χρησιμοποίησαν για γραφεία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Μετά από έναν εξουθενωτικό πόλεμο, όλες αυτές οι προσωπικές και γεωπολιτικές δυνάμεις, μεγάλες και μικρές, οι οποίες έμελλε να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πορείας που θα ακολουθούσε ο κόσμος τον επόμενο αιώνα, έβραζαν στο Παρίσι σαν μέσα σε χύτρα ταχύτητας. Μόλις απελευθερώθηκε η πίεση τούς πρώτους μήνες του 1919, το περιεχόμενο της χύτρας ξεχείλισε στην κάποτε πιο ευδιάθετη πόλη της ηπείρου.Φορτισμένος συναισθηματικά, ο Harold Nicolson περιέγραψε στα ημερολόγιά του το ταξίδι του από το Λονδίνο μέχρι το Calais και στη συνέχεια μέχρι το Παρίσι και τις σκέψεις που έκανε όσο ταξίδευε με το τρένο και το φέρι οδεύοντας προς τη νέα, συναρπαστική περιπέτειά του. Ήταν αποφασισμένος να μην επιτρέψει να επαναληφθεί το Συνέδριο της Βιέννης, το οποίο περισσότερο από έναν αιώνα νωρίτερα είχε σημάνει το τέλος του τελευταίου πανευρωπαϊκού πολέμου. Ο στόχος του ήταν να φροντίσει ώστε η συνδιάσκεψη του Παρισιού να επικεντρωθεί στην καθιέρωση μιας περιόδου διαρκούς ειρήνης και όχι στη μοιρασιά των λαφύρων και στην επιβολή αντιποίνων στους αθώους πληθυσμούς των ηττημένων. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν ήδη πληρώσει πολύ ακριβά όχι μόνο με τη ζωή των οικογενειών και των αγαπημένων τους, αλλά και με την ίδια τους την ικανότητα να ζήσουν παράγοντας ζωή στο μέλλον. «Καθώς έπαιρνα το πρωινό μου κατευθυνόμενος από το Calais προς το Gare du Nord, διαπίστωσα πως είχα πλήρη συναίσθηση των διαφορών που υπήρχαν σε σχέση με το τελευταίο μεγάλο συνέδριο, το Συνέδριο της Βιέννης του 1814», έγραψε ο Wilson. «Εκείνοι είχαν δουλέψει στα κρυφά, εμείς όμως είμαστε αποφασισμένοι να επιτύχουμε “διαφανείς συμφωνίες με διαφανή μέσα”. Προετοιμάζουμε όχι απλώς μια Ειρήνη, αλλά μια Αιώνια Ειρήνη».Είναι αδύνατον να γνωρίζει κανείς τι θα είχε συμβεί αν οι παγκόσμιοι ηγέτες που συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι το 1919 είχαν συμπεριφερθεί ή αντιδράσει με διαφορετικό τρόπο. Τι θα είχε γίνει αν είχαν δώσει μεγαλύτερη σημασία σε ανθρώπους σαν τον Nicolson; Αν είχαν αναλογιστεί πιο προσεκτικά την κάθε τους πράξη, αν είχαν τιθασεύσει τα συναισθήματά τους, αν είχαν ενημερώσει τους συναδέλφους τους πίσω στην πατρίδα και αν είχαν προετοιμάσει τους ψηφοφόρους τους; Η Ιστορία δεν είναι επιστήμη, τουλάχιστον όχι με την έννοια των θετικών και φυσικών επιστημών όπου προσεκτικά ελεγχόμενα πειράματα με διαφορετικές παραμέτρους μπορούν να μας πουν με ακρίβεια ξανά και ξανά τι αποτελέσματα μπορεί κανείς να περιμένει. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν ο τεμαχισμός του Ιράκ είχε πραγματοποιηθεί με περισσότερη προσοχή και όχι με τον τρόπο που ο Harold Nicolson τον περιέγραψε στο ημερολόγιό του. Οι μικροί παίκτες στο Παρίσι, οι οποίοι βρέθηκαν στη μεριά των χαμένων της Συνθήκης των Βερσαλλιών, έμαθαν πολλά από την επαφή τους με τις Μεγάλες Δυνάμεις και τις στρατιωτικές, πολιτικές και διπλωματικές τακτικές τους. Μήπως ανυποψίαστοι παρείχαμε στα αραβικά κράτη τις απαραίτητες πολιτικές και στρατιωτικές τεχνικές, οι οποίες έμελλε να στραφούν εναντίον μας μισό αιώνα αργότερα στην άλλη άκρη του κόσμου; Οι σπόροι της κρίσης των ομήρων της δεκαετίας του ’70 στο Ιράν και της ισλαμικής τρομοκρατίας τού 21ου αιώνα φυτεύτηκαν στο Παρίσι πολύ καιρό προτού οι μουλάδες και οι υποστηρικτές τους καταφέρουν να αποκτήσουν πολιτική δύναμη. Ποια από τις πολλές δικές μας αδυναμίες διδάξαμε στον αριστοκράτη Ιάπωνα διπλωμάτη, ο οποίος μια γενιά αργότερα, με το αξίωμα του πρωθυπουργού της χώρας του, θα κήρυττε πόλεμο εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών;Όμως ακόμα και ανάμεσα στους θριαμβευτές Συμμάχους υπήρχαν δυο αντίθετες απόψεις για την ιδανική οργάνωση του μεταπολεμικού κόσμου. Οι Αμερικανοί και ο Πρόεδρος Wilson επιχείρησαν να επιβάλουν στους Ευρωπαίους συμμάχους τους να αποδεχθούν τη δημιουργία ενός ενοποιημένου κόσμου υπό μία παγκόσμια κυβέρνηση με την ονομασία Κοινωνία των Εθνών. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είχε εμποδίσει τους νικητές να επιβάλουν τη δική τους θέληση στις αποικίες, τις οποίες είχαν κατακτήσει με τόσο κόπο και από τις οποίες περίμεναν να αντλήσουν τον πλούτο που οι δικές τους γερασμένες οικονομίες δεν μπορούσαν πλέον να παράγουν. Οι Ευρωπαίοι, βαλτωμένοι στην κατακερματισμένη οργάνωση μικρών εθνών –Αγγλία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία– έβλεπαν τον κόσμο κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους. Έσπευσαν, λοιπόν, να επιταχύνουν τον κατακερματισμό των ηττημένων Κεντρικών Δυνάμεων. Έτσι η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία έδωσε τη θέση της στα ανεξάρτητα μινι-κράτη της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχοσλοβακίας και του έθνους των Σλάβων του Νότου, δηλαδή της Γιουγκοσλαβίας. Μια αναγεννημένη Πολωνία δημιουργήθηκε από κομμάτια της Γερμανίας και της Ρωσίας. Τα σύνορα όλης της νοτιοανατολικής Ευρώπης σχεδιάστηκαν εκ νέου. Και η Κοινωνία των Εθνών, υπεύθυνη για την προστασία των νέων συνόρων και την ανατροφή αυτών των νέων εθνών, κατέληξε να είναι στην ουσία ένα ανούσιο κλαμπ διπλωματών δίπλα σε μια απομονωμένη ελβετική λίμνη.Επιπλέον, οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης μπορούσαν να ασκήσουν σχεδόν ανεξέλεγκτο έλεγχο στις χώρες των Εντολών ή στις αποικίες τους. Αντί όμως η Κοινωνία των Εθνών να συμβάλει στην προοδευτική μετάβαση αυτών των χωρών στην ανεξαρτησία και την αυτοδιοίκηση, μετατράπηκε σε μια αποθήκη φύλαξης αποφάσεων που είχαν ληφθεί κάπου αλλού. Η ευθύνη για την αποτυχία της Κοινωνίας αποδόθηκε στην άρνηση της Αμερικής να επικυρώσει τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και να αναλάβει ενεργό ρόλο ως ηγέτιδα δύναμη στην ενοποίηση του κόσμου. Αλλά και η αντίσταση που πρόβαλαν οι άλλες Συμμαχικές Δυνάμεις συνέβαλε εξίσου καθοριστικά στην ολοκληρωτική διάλυση της Κοινωνίας των Εθνών. Το αποτέλεσμα ήταν τα μικρότερα έθνη και οι αποικίες να παραμείνουν κάτω από τη μπότα της Δύσης με εκρηκτικές συνέπειες, οι οποίες επιταχύνθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν σε πολέμους όπως αυτός του Βιετνάμ, του Ιράκ, αλλά και της υπέρτατης διένεξης μεταξύ εχόντων και μη εχόντων: την τρομοκρατία.Ένα μεγάλο μέρος της ρητορικής του 1919 σχετικά με τις κρίσεις στην Ευρώπη θυμίζει πολύ έντονα τη ρητορική των σημερινών ηγετών που μάχονται να αντεπεξέλθουν αυτής της νέας μορφής παγκόσμιας αναταραχής και τρομοκρατίας. Εκτός από τις ενέργειες των παικτών, πρέπει επίσης να κοιτάμε και τα λόγια τους, καθώς εκεί θα συναντήσουμε τους πιο έντονους, ενίοτε τρομακτικούς, παραλληλισμούς με τους ηγέτες του καιρού μας. Ανεξάρτητα πόσο προσεχτικά μελετάμε την Ιστορία, μοιάζουμε ακόμα καταδικασμένοι να την επαναλάβουμε ή τουλάχιστον να τη μιμηθούμε.Τρομοκράτες υπήρχαν και το 1919. Απλώς είχαν διαφορετικά χρώματα, (κόκκινο και άσπρο), διαφορετικά σύμβολα, (το σφυρί και το δρεπάνι), και ήταν οπαδοί μιας διαφορετικής θρησκείας, (του Μαρξισμού αντί του Ισλαμισμού). Οι Μπολσεβίκοι όμως δεν ήταν ακριβώς οι τρομοκράτες εκείνης της εποχής – παρόλο που συχνά περιγράφονταν με αυτόν τον τρόπο. Δεν υπήρχαν περιστατικά τρομοκρατίας εναντίον της Δύσης. Η όποια πραγματική βία περιορίστηκε στη Ρωσία όπου μαινόταν ακόμα ο μετα-τσαρικός πόλεμος μεταξύ των Λευκών και των Κόκκινων και σε περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης, όπως στην Ουγγαρία, όπου μια σειρά από σοβιετικού τύπου κυβερνήσεις κατάφεραν, τουλάχιστον προσωρινά, να καλύψουν το κενό εξουσίας που είχε δημιουργηθεί μετά τον πόλεμο. Αν αφήσουμε όμως κατά μέρος τον όποιο σκεπτικισμό και προβούμε σε μερικές αντικαταστάσεις, θα μπορέσουμε να δούμε τα δυσοίωνα σημάδια για τους καιρούς μας. Διαβάστε, για παράδειγμα, τι έγραψε ο Συνταγματάρχης House και αντικαταστήστε τον «μπολσεβικισμό» με την «αλ-Κάιντα» και την «Ουγγαρία» με το «Ιράκ»:
Απ’ ό,τι φαίνεται η κρίση σύντομα θα φτάσει και εδώ. Καθημερινά συναντώ ενδείξεις δυσαρέσκειας. Ο κόσμος θέλει ειρήνη. Ο μπολσεβικισμός [αλ-Κάιντα] κερδίζει διαρκώς έδαφος. Η Ουγγαρία [Ιράκ] μόλις υπέκυψε. Καθόμαστε πάνω σε ένα ανοιχτό βαρέλι γεμάτο πυρίτιδα και μια σπίθα θα είναι αρκετή για να το ανατινάξει. … Δεν είναι φυσικά δυνατόν να θεωρούμε ότι τα προβλήματα στον κόσμο θα εξαλειφθούν εντελώς, αλλά από τη στιγμή που ο κόσμος γύρω μας καταρρέει, πρέπει να δράσουμε με την ταχύτητα που επιβάλλουν οι κίνδυνοι που βρίσκονται ενώπιόν μας.
Πράγματι, πολλοί από τους συμβούλους του Wilson το 1919 τον πίεζαν να αναλάβει ισχυρή και αποφασιστική δράση – όπως έκαναν και εκείνοι που βρίσκονταν στον Λευκό Οίκο τις εβδομάδες πριν από την εισβολή στο Ιράκ το 2003. Υπήρχε, για παράδειγμα, το τηλεγράφημα που έλαβε ο Wilson στις 25 Μαρτίου του 1919 από τον προσωπικό του γραμματέα, τον Joseph Tumulty. Την ώρα που ο Πρόεδρος Wilson μαχόταν στο Παρίσι για το μέλλον ενός ελεύθερου και ειρηνικού κόσμου, ο Tumulty είχε μείνει πίσω και προσπαθούσε να κρατήσει το φρούριο της Ουάσινγκτον. Για πολλούς η προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου ήταν μια σταυροφορία, μια δονκιχοτική και πρόχειρα σχεδιασμένη μάχη από την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν σχεδόν τίποτα να κερδίσουν. Και πάλι αντικαταστήστε το «μπολσεβικισμό» με την «αλ-Κάιντα», την «Ουγγαρία» με το «Ιράκ» και τα «Βαλκάνια» με το «Αφγανιστάν»: «Στην παρούσα κατάσταση ανοίγεται μπροστά σας ένας μεγάλος κίνδυνος. Διακρίνω σημάδια που θέλουν τους εχθρούς μας, τόσο εδώ όσο και στο εξωτερικό, να επιχειρούν να παρουσιάσουν τα πράγματα με τέτοιο τρόπο ώστε να φανεί ότι εσείς φέρετε την ευθύνη για την καθυστέρηση στην αποκατάσταση της ειρήνης και ότι αυτή η καθυστέρηση έχει δώσει ορμή στο μπολσεβικισμό [αλ-Κάιντα] και στην αναρχία που επικρατεί στην Ουγγαρία [Ιράκ] και τα Βαλκάνια [Αφγανιστάν]».Τα γεγονότα απειλούσαν τη φυσική τάξη της εποχής εκείνης με τον ίδιο τρόπο που οι τρομοκράτες απειλούν τον κόσμο μας σήμερα. Και είναι σαφές ότι δεν μάθαμε πολλά από τα λάθη του παρελθόντος. Το 1919 πολλοί από τους πολιτικούς άνδρες της Ευρώπης συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι για να ορίσουν την ειρήνη με μια λανθασμένη διάθεση πατερναλισμού, η οποία συχνά αποτελούσε πρόσχημα για την ικανοποίηση ιδιοτελών συμφερόντων. Στους μήνες που πέρασαν μαζί στα τραπέζια των συνεδριάσεων, οι πολιτικοί αυτοί άνδρες αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους, όπως συχνά παραδέχονταν και οι ίδιοι, σαν μέλη μιας παγκόσμιας κυβέρνησης. Το ίδιο ίσχυε όχι μόνο για τις Μεγάλες Δυνάμεις, αλλά και για τις μικρότερες. Οι αρχηγοί των Τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων επέτρεπαν στους πραγματικούς και εκλεγμένους ηγέτες των μικρότερων παικτών να πραγματοποιούν ασήμαντες εμφανίσεις στις διαπραγματεύσεις τους – αφού πρώτα είχαν αποφασίσει για το μέλλον τους.Ακόμα και κάποιες δυνατές χώρες, που είχαν τις καλύτερες προθέσεις, πίστευαν ότι κρατούσαν τα κλειδιά για την ευημερία του κόσμου. Έτσι θα θεωρούνταν αποτυχία εκ μέρους τους, ή τουλάχιστον αποποίηση των ευθυνών τους απέναντι στους πιο αδύναμους και φτωχούς, αν παρέδιδαν τους φυσικούς πόρους και τους αχανείς πληθυσμούς στα χέρια των γηγενών ηγετών του Τρίτου Κόσμου. Πολλοί από αυτούς τους φόβους δεν ήταν τελικά αβάσιμοι, αν κρίνουμε από τους τιποτένιους αλλά μοχθηρούς δικτάτορες που κατέλαβαν την εξουσία, όπως ο Haile Selassie στην Αιθιοπία, ο Alfredo Stroessner στην Παραγουάη, ο αυτοανακηρυχθείς «αυτοκράτορας» της Κεντρικής Αφρικής, ο Jean-Bédel Bokassa, ο Papa Doc Duvalier στην Αϊτή, καθώς και μια σειρά από ασταθή και βίαια καθεστώτα στη Μέση Ανατολή και στην Ασία. Αν όμως αυτά τα έθνη είχαν τεθεί υπό τον έλεγχο μιας ισχυρής Κοινωνίας των Εθνών και είχαν προικοδοτηθεί με πραγματική δύναμη ώστε να διευκολυνθεί η μετάβασή τους στην ανεξαρτησία στα πλαίσια ενός δημοκρατικού συστήματος, θα ήταν διαφορετική η ιστορία τους; Μήπως θα είχαν έρθει στο προσκήνιο δυνάμεις διαφορετικές από εκείνες που έφεραν στην εξουσία αυτούς τους τυράννους; Άραγε τέτοιου είδους διαφορετικές δυνάμεις θα είχαν αφήσει έναν Αυστριακό μπογιατζή και τους μεγαλομανείς οπαδούς του να καβγαδίζουν αναμεταξύ τους σε μια απομονωμένη βαυαρική μπυραρία;Ο στόχος της πλειονότητας των νικητών, που άρχισαν να καταφτάνουν στο Παρίσι μετά την υπογραφή της εκεχειρίας τον Νοέμβριο του 1918, ήταν η δημιουργία μιας ηγεμονικής ειρήνης. Η ειρήνη αυτή ήταν σχεδιασμένη ώστε να βοηθήσει τους Βρετανούς να διατηρήσουν την ηγεμονία τους στα διεθνή ύδατα και άρα να προστατεύσουν την παγκόσμια αυτοκρατορία τους· να βοηθήσει τη Γαλλία να συνέλθει και να εδραιώσει εκ νέου τις αξιώσεις της ως μοναδική δύναμη στην ηπειρωτική Ευρώπη· και να υποχρεώσει τον υπόλοιπο κόσμο –ειδικά τους λιγότερο δυνατούς που είχαν όμως στη διάθεσή τους μεγάλο φυσικό και υλικό πλούτο– να αποτίσει φόρο τιμής στους νικητές, παρέχοντάς τους αγαθά, φθηνά εργατικά χέρια και αναπτυσσόμενες αγορές. Ακόμα και σήμερα πληρώνουμε το τίμημα γι’ αυτούς τους διπλωμάτες και τους πολιτικούς, οι οποίοι διαμέλισαν έθνη και χώρισαν λαούς με αδιαφορία και απερισκεψία. Ο Harold Nicolson περιέγραψε με τον ακόλουθο τρόπο τη μοίρα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας:
Ακόμα μία ηλιόλουστη μέρα… Μαζί [με τον Υπουργό Εξωτερικών Sir Arthur J. Balfour] στο Quai d’Orsay. Εκεί, (μέσα σε αυτό το δωμάτιο με τα πολλά ταπισερί, κάτω από το αυτάρεσκο χαμόγελο της Μαρίας των Μεδίκων, με το κελάρυσμα του νερού, από το σιντριβάνι και το πότισμα του γρασιδιού, να ακούγεται από τα ανοιχτά παράθυρα του κήπου), ορίστηκε η μοίρα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Η Ουγγαρία χωρίστηκε από αυτούς τους… διακεκριμένους κυρίους –διαιρέθηκε τεμπέλικα και ανεύθυνα– την ώρα που το νερό δρόσιζε τις πασχαλιές, την ώρα που οι ειδικοί περίμεναν με ανυπομονησία, την ώρα που ο AJB περιερχόταν σε κατάσταση ύπνου στα διαλείμματα μεταξύ των σημείων συζήτησης, την ώρα που ο [Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Robert] Lansing ζωγράφιζε ξωτικά στο μπλοκάκι του, την ώρα που ο [Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών Stéphen] Pichon βυθιζόταν στην πολυθρόνα του και ανοιγόκλεινε τα μάτια του με σοβαροφάνεια όσο καταγραφόταν η μία απόφαση, μετά την άλλη. … Την ώρα που οι μύγες βουίζουν μέσα και έξω από τα ανοιχτά παράθυρα, η Ουγγαρία χάνει τον Βορρά και την Ανατολή της. Ακολουθούν τα σύνορα με την Αυστρία, τα οποία μένουν άθικτα. Και μετά τα γιουγκοσλαβικά σύνορα. Και μετά τσάι και αμυγδαλωτά. … Ο AJB κάνει ολόκληρο το Παρίσι να μοιάζει βάρβαρο.
Κοντά έναν αιώνα αργότερα, η βαρβαρότητα εκείνης της εποχής είναι σχεδόν αμελητέα συγκριτικά με τη βαρβαρότητα που επικράτησε αργότερα στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου – ενός κόσμου που οι διαπραγματευτές τού Παρισιού τεμάχισαν και αδιαφόρησαν προκειμένου να υπερασπιστούν τα ιδιοτελή συμφέροντά τους. Παρόλο που ο Αμερικανός Πρόεδρος Wilson ταξίδεψε στο Παρίσι εφοδιασμένος με ένα σύνολο ηθικών αρχών, οι οποίες στηρίζονταν στην πρεσβυτεριανή ανατροφή που είχε λάβει από τον θεολόγο πατέρα του, δεν υπήρχαν πολλοί ανάμεσα στους ηγέτες των συμμάχων του που να πίστευαν στην κοσμοθεωρία του και να ήταν αφοσιωμένοι σε κάποια θρησκευτική ηθική. Παρά τις στενές σχέσεις που είχαν η Γαλλία και η Ιταλία με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και παρά το γεγονός ότι η βρετανική μοναρχία ήταν ο προστάτης της Αγγλικανικής Εκκλησίας, οι ηγέτες αυτών των χωρών δεν επέτρεψαν στη θρησκεία να οδηγήσει το χέρι τους στις διαπραγματεύσεις του 1919. Την εποχή εκείνη υπήρχε ελάχιστη από την ηθική, ή έστω τον φανατισμό, που καταβροχθίζει σήμερα τον κόσμο μας, παρέχοντας τις βάσεις σε ακρότητες, όπως η ισλαμική τρομοκρατία από τη μία και η θεοκρατία του χριστιανικού δικαίου από την άλλη. Αντίστοιχα δεν υπήρχε μεγάλη ευαισθησία απέναντι στις άμεσες ανάγκες των αρρώστων, των πεινασμένων και των αστέγων, εκτός κι αν αυτές επηρέαζαν με κάποιον τρόπο την πολιτική τύχη των ηγετών του Δυτικού κόσμου, ο οποίος προσπαθούσε να ορθοποδήσει και να ανασυνταχθεί μετά από έναν εξαντλητικό πόλεμο.Ο στόχος μου είναι να εκθέσω τις μικρές χυδαιότητες και τις ισχυρές δυνάμεις που μεταμορφώθηκαν σταδιακά στις βαρβαρότητες των καιρών μας. Χάρη στην εκ των υστέρων γνώση μας μπορούμε να κοιτάξουμε μέσα στο μέλλον και να δούμε πιο μακριά απ’ ό,τι θα μπορούσαν ποτέ οι διαπραγματευτές του Παρισιού – μπορούμε να καταλάβουμε και να αναγνωρίσουμε τις συνέπειες πέντε-δέκα κινήσεων μπροστά. Ένα μέρος του προβλήματός τους ήταν η ανικανότητά τους να καταλάβουν ότι ο κόσμος είχε ήδη αρχίσει να αλλάζει με μια ταχύτητα που οι ίδιοι, βυθισμένοι ακόμα στον 19ο αιώνα, δεν θα μπορούσαν ποτέ να κατανοήσουν, και ότι αυτή η αλλαγή θα επιταχυνόταν αντλώντας ενέργεια από δυνάμεις που οι ίδιοι θα έθεταν σε κίνηση. Αυτό ήταν κάτι που ούτε ήθελαν ούτε χρειάζονταν να γνωρίζουν.Η Ευρώπη που αναδύθηκε από τον Μεγάλο Πόλεμο ήταν ένα σχιζοφρενικό μέρος. Από τη μία υπήρχαν οι παλιές δυνάμεις που είχαν προκαλέσει τη σύρραξη – μια ρεαλπολιτίκ μνημειωδών συγκρούσεων με στόχο την ανάκτηση εδαφών. Από την άλλη υπήρχαν οι νέες δυνάμεις. Το ραδιόφωνο, ο τηλέγραφος και το αεροπλάνο είχαν ήδη αρχίσει να εκμηδενίζουν τις αποστάσεις. Όταν η Elsa Maxwell αφίχθη στο Παρίσι, διαπίστωσε πως «όλοι τρελαίνονταν με τη νέα σχολή της τζαζ που είχε ξεπηδήσει στην Αμερική κατά τη διάρκεια του πολέμου». Την ώρα που ο Georges Clemenceau αποτραβιόταν κάθε βράδυ στο μικρό του ισόγειο διαμέρισμα με τον κήπο, στην οδό Franklin, οι νεότεροι διπλωμάτες κατευθύνονταν στο μπαρ του ξενοδοχείου Ritz, ή στο νέο νυχτερινό κέντρο του Paul Poiret, και έρχονταν σε επαφή με ανθρώπους από τις τέσσερις άκρες του κόσμου. Η πρόθεσή μου είναι να ανασηκώσω το παραπέτασμα των παρασκηνίων της Συνδιάσκεψης Ειρήνης του Παρισιού. Όλα όσα γνωρίζαμε για τη σταθερότητα και την ασφάλεια, τον τρόπο που διεξάγουμε πόλεμο και που εγγυόμαστε την ειρήνη, άρχισαν να καταρρέουν τη στιγμή που υπογράφτηκε η Συνθήκη των Βερσαλλιών σε αυτό το σταυροδρόμι της Ιστορίας.
Η Ευρώπη που αναδύθηκε από τον Μεγάλο Πόλεμο
ήταν ένα σχιζοφρενικό μέρος [...]
Καθένα από τα μέρη του κόσμου
ανατέθηκε σε μια από τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Στην σπουδαία αυτή ιστορική καταγραφή, τη μοναδική για το θέμα στην ελληνική βιβλιογραφία, ο ίδιος ο συγγραφέας διατυπώνει εξαρχής την άποψη του για την ιστορία: «Δεν πίστεψα ποτέ στη θεωρία της μοναδικής αιτιότητας· η Ιστορία είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη για τέτοιες απλοϊκές προσεγγίσεις. Παρ’ όλα αυτά είμαι έντονος υποστηρικτής των σημείων καμπής και πιστεύω ότι μπορεί πραγματικά να υπήρξε μία μοναδική στιγμή στη σύγχρονη Ιστορία όπου οι κόσμοι όλων διασταυρώθηκαν, συγκρούστηκαν και εξοστρακίστηκαν για ακόμα μια φορά εκτός ελέγχου». Η Συνθήκη των Βερσαλλιών, που τύποις τουλάχιστον σήμανε τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελεί αναμφίβολα ένα τέτοιο σημείο καμπής. Ο David Andelman, αξιοποιώντας στο έπακρον την εκ των υστέρων γνώση, προβαίνει σε πολύτιμες αναγωγές στο σήμερα: «... σε εκείνον τον κατά πολύ απλούστερο κόσμο ήταν όντως δυνατόν μια χούφτα εθνών να σταματήσει τη ροή του χρόνου και να αλλάξει τη φύση και την πορεία της Ιστορίας, δυστυχώς αφήνοντας πίσω της έναν αντίκτυπο που γίνεται έως σήμερα αισθητός. Οι συνοριακές γραμμές που τράβηξε για τα έθνη που δημιούργησε, οι άνθρωποι που συγκέντρωσε εντός αυτών των τεχνητών ορίων, οι ισχυρές δυνάμεις του εθνικισμού και της θρησκείας που απελευθέρωσε και οι οικονομίες που δημιούργησε και ήταν καταδικασμένες να αποτύχουν οδήγησαν σε πολλά από τα προβλήματα που έχουμε κληρονομήσει. Τι ακριβώς πήγε στραβά στο Παρίσι και τι έφταιξε ώστε σήμερα να αντιμετωπίζουμε τόσο σοβαρά ζητήματα, ειδικά σε όσα μέρη του κόσμου αυτοί οι μεγάλοι άνδρες, οι παντοδύναμοι πολιτικοί και οι εξαιρετικοί διπλωμάτες, δεν έδωσαν σχεδόν καθόλου προσοχή; ... Οι σπόροι των τρομοκρατικών πολέμων τού σήμερα σπάρθηκαν στις αίθουσες των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων του Παρισιού – από εκείνους που ήταν παρόντες και από εκείνους που δεν ήταν». Όπως εύστοχα σημειώνει αλλού, «όσο όμως οι μεγάλοι πολιτικοί άνδρες έπαιζαν παιχνίδια “ρεαλπολιτίκ”, το μέλλον αυτών των μικρότερων εθνών ανατέθηκε στα χέρια μιας σειράς ακαδημαϊκών και νεαρών διπλωματών – μια πολύ μεγάλη ευθύνη. Παρόλο που ο καθένας από αυτούς έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε, αυτό που στο τέλος άφησαν πίσω τους ήταν μια αποτυχημένη ειρήνη με τη μορφή ενός εγγράφου 80.000 λέξεων – η μεγαλύτερη σε έκταση συνθήκη που υπογράφτηκε ποτέ στην Ιστορία. Η κληρονομιά τους όμως υπήρξε ακόμα μεγαλύτερη, καθώς οι εθνικές ελπίδες που συνέτριψαν έμελλε να είναι εκείνες που θα οδηγούσαν σε έναν Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο».
Τελικά είναι γεγονός πως «ένα μεγάλο μέρος της ρητορικής του 1919 σχετικά με τις κρίσεις στην Ευρώπη θυμίζει πολύ έντονα τη ρητορική των σημερινών ηγετών που μάχονται να αντεπεξέλθουν απέναντι στις νέες μορφές της παγκόσμιας αναταραχής και της τρομοκρατίας. Εκτός από τις ενέργειες των παικτών, πρέπει επίσης να κοιτάμε και τα λόγια τους, καθώς εκεί θα συναντήσουμε τους πιο έντονους, ενίοτε τρομακτικούς, παραλληλισμούς με τους ηγέτες του καιρού μας. Ανεξάρτητα πόσο προσεχτικά μελετάμε την Ιστορία, μοιάζουμε ακόμα καταδικασμένοι να την επαναλάβουμε ή τουλάχιστον να τη μιμηθούμε».
Κωνσταντίνος Ι. Γκοβόστης
«Οι ειρηνευτικές συμφωνίες που ακολούθησαν τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο έχουν επιστρέψει στο προσκήνιο ως ένας από τους παράγοντες που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο κόσμο. Τα Βαλκάνια, η Μέση Ανατολή, το Ιράκ, η Τουρκία και μια σειρά από χώρες της Αφρικής «χρωστούν» τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα, εν μέρει, σε αυτές τις διαπραγματεύσεις. Ο David Andelman επαναφέρει όλα αυτά στη ζωή: τα ανώτερα ιδανικά, τους ντροπιαστικούς συμβιβασμούς, τις εκπληκτικές προσωπικότητες που συγκεντρώθηκαν το 1919 στο Παρίσι. Και ενώνει τα διπλωματικά παιχνίδια του παρελθόντος με τα προβλήματα του σήμερα, ρίχνοντας φως στην ουσία των σοβαρών ζητημάτων που ταλανίζουν τη δική μας εποχή. Μια πολύτιμη προσθήκη σε αυτό το ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα».
Πρέσβης Richard Holbrooke
«Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού που πραγματοποιήθηκε μετά το τέλος του Α Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξε η πρώτη και η τελευταία στιγμή αυθεντικής ελπίδας για ειρήνη στην παγκόσμια Ιστορία. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Woodrow Wilson, υπήρξε ο γητευτής αυτής της ειρήνης και δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες σε όλο τον κόσμο. Ο David Andelman, ένας κλασικός δημοσιογράφος και αφηγητής, εξιστορεί αυτό το συναρπαστικό παραμύθι ελπίδας, το οποίο προσέκρουσε στα βράχια της αφέλειας και του σκληρού κυνισμού».
Leslie H. Gelb
αρθρογράφος των New York Times
και Επίτιμος Πρόεδρος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων
«Η αποτυχημένη συμφωνία ειρήνης που υπογράφτηκε μετά τον Μεγάλο Πόλεμο του 1914-1918 έχει υπάρξει το αντικείμενο πολλών βιβλίων. Το A Shattered Peace του David Andelman είναι το καλύτερο ανάμεσά τους. Είναι περιεκτικό και γραμμένο με συναρπαστικό τρόπο. Επιπλέον, εξηγεί με πιο ξεκάθαρο τρόπο απ’ οποιοδήποτε άλλο έργο πώς η αποτυχία της Συνδιάσκεψης Ειρήνης του 1919 διαμόρφωσε τη μετέπειτα Ιστορία, αλλά και την εποχή που ζούμε».
Ernest R. May
καθηγητής Αμερικανικής Ιστορίας
στο Charles Warren του Πανεπιστήμιο Harvard
«Το δυναμικό και συναρπαστικό βιβλίο του David Andelman A Shattered Peace, γραμμένο με τη διαύγεια ενός πρώτης τάξεως δημοσιογράφου και το δράμα και τη λεπτομέρεια ενός πρώτης τάξεως μυθιστοριογράφου, μας θυμίζει ότι βρισκόμαστε ακόμα μπλεγμένοι στα δίχτυα της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Ο Andelman μας μεταφέρει στην Κορέα, το Βιετνάμ, τον Περσικό Κόλπο και το Ιράκ του παρελθόντος, αλλά και του σήμερα. Η ιστορία του ζωντανεύει από τις περιπέτειες, τις συγκρούσεις και τους ενδιαφέροντες ανθρώπους. Δεν θα μπορούσαμε να βρούμε καλύτερο οδηγό για την εποχή εκείνη».
Ο David A. Andelman, αρχισυντάκτης του Forbes.com, έχει ταξιδέψει σε περισσότερες από πενήντα χώρες στην Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή ως ξένος ανταποκριτής για τους New York Times και το CBS News. Εργάστηκε επίσης στην Ουάσινγκτον ως ανταποκριτής για το δίκτυο CNBC, αρχισυντάκτης του Bloomberg News και την New York Daily News και είναι μέλος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Ζει στην Νέα Υόρκη και την πόλη Canadensis της Πενσυλβανίας με τη σύζυγό του, την Pamela Title.
Επιλέξτε νομό για να δείτε τα μεταφορικά του προϊόντος:
* Για πιο ακριβή αποτελέσματα προσθέστε όλα τα προϊόντα στο καλάθι σας και υπολογίστε τα μεταφορικά στην ολοκλήρωση της παραγγελίας. Οι δυσπρόσιτες περιοχές επιβαρύνονται με 2.5€
Ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος δεν ήταν και ο τελευταίος, αφού οι πρώην σύμμαχοι έλυσαν τις διαφορές τους, αναπόφευκτα, αμέσως μετά, σ’ ένα δεύτερο πόλεμο,...
Το Συνέδριο, πού αρχίζουμε σήμερα, είναι το πρώτο Συνέδριο των Περιφερειακών Διοικητών της Εθνικής Οργανώσεως της Νεολαίας και ή απαρχή των παρομοίων συνεδρίων,...