Τα Πάντα Ρει

Τα Πάντα ΡειΣυγγραφέας: Γκρόσμαν, Βασίλι

12,90€10,32€

¶μεσα διαθέσιμο
Σοβιετική Ένωση, 1953. Ο Στάλιν πεθαίνει. Ο Ιβάν Γκριγκόριεβιτς απελευθερώνεται μετά από τριάντα χρόνια στα στρατόπεδα της Γκούλαγκ. Επιχειρώντας να ξαναβρεί τη χαμένη του ζωή, θα διαπιστώσει πως τα χρόνια του τρόμου έχουν βυθίσει τη σοβιετική κοινωνία σ’ ένα τέλμα υποτέλειας και παραίτησης, και πως πρέπει να παλέψει σκληρά για να επιβιώσει σ’ έναν ουσιαστικά άγνωστό του κόσμο. 
 
Πιάνοντας το νήμα του αγώνα που δίνει ο Ιβάν, ο Βασίλι Γκρόσμαν μας δίνει ένα ακόμα βαθιά ανθρώπινο μυθιστόρημα, οδηγώντας μας για άλλη μια φορά στον λαβύρινθο της σοβιετικής κοινωνίας. Η απλή και συναρπαστική πένα του αφήνει τους ανθρώπους που περιστοιχίζουν τον κεντρικό του ήρωα να μιλήσουν για τις εμμονές και τις ενοχές τους. Ο επιστήμονας Νικολάι, που θυσίασε τη συνείδησή του στο βωμό της καριέρας, ο Πινέγκιν, που κατέδωσε τον Ιβάν, μια στρατιά πρώην πληροφοριοδοτών που προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις αποτρόπαιες πράξεις τους, λέγοντας πως δούλευαν για το καλό της Σοβιετικής Ένωσης, η ερωμένη του Ιβάν, ¶ννα Σεργκέγεβνα, που θυμάται τον τρομερό λιμό του 1932, και τα εκατομμύρια των νεκρών Ουκρανών αγροτών, συνθέτουν έναν αλλόκοτο πίνακα των τραγικών συνεπειών του ολοκληρωτισμού. 
 
Στο μυθιστόρημα Τα Πάντα Ρεί ο Βασίλι Γκρόσμαν βάζει ακόμα πιο βαθιά το νυστέρι της αμείλικτης κριτικής του, από την ίδια πάντα σκοπιά: το σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και την αδιαπραγμάτευτη πίστη στην ελευθερία
Μετάφραση: Μπλάνας, Γιώργος
Εισήγηση: Μπλάνας, Γιώργος
Είδος: Βιβλίο
Τίτλος Πρωτοτύπου: Everything flows
ISBN: 978-960-446-231-5
Αριθμός έκδοσης:
Έτος έκδοσης: 2016
Πρώτη έκδοση: 2016
Ενιαία Τιμή Βιβλίου: ΝΑΙ (έως 18/7/2018)
Δέσιμο: Μαλακό εξώφυλλο
Διαστάσεις: 14x21
Σελίδες: 232
Θεματική Ταξινόμηση: ΞΕΝΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Βάρος: 380 γρ.
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
 
 
«Τώρα οι κρατούμενοι στα στρατόπεδα θα επιστρέψουν και οι δύο Ρωσίες –των φυλακισμένων και των δεσμοφυλάκων– θα συναντηθούν και θα αντιμετωπίσουν η μια την άλλη κατά πρόσωπο». Τα λόγια αυτά ανήκουν στην ποιήτρια ¶ννα Αχμάτοβα, με την ευκαιρία της τρίτης επετείου του θανάτου του Στάλιν.
Αυτή η οδυνηρή συνάντηση είναι το θέμα του μυθιστορήματος Τα Πάντα Ρει.
Ο Βασίλι Γκρόσμαν ξεκίνησε να το γράφει στα μέσα του 1955 –έναν χρόνο πριν την δήλωση της Αχμάτοβα– και εξακολούθησε να το επεξεργάζεται μέχρι τον θάνατό του, το 1964. 
Στο μεταξύ, το αριστούργημά του Ζωή και Πεπρωμένο κατασχέθηκε από την Κα-Γκε-Μπε με την δικαιολογία πως «θέτει σε δημόσιο διάλογο την αναγκαιότητα ύπαρξης της Σοβιετικής Ένωσης». 
Αυτό το γεγονός, μαζί με την ψυχολογική και σωματική κατάρρευση του συγγραφέα, καθόρισαν τη μοίρα του Τα Πάντα Ρει. Πρώτα-πρώτα έμεινε ατέλειωτο. Ύστερα, ξεκινά σνα ένα «τυπικό» μυθιστόρημα και συνεχίζει σαν χρονικό, που παίρνει σύντομα δοκιμιακή μορφή. Φυσικά, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά της πέννας και της ανθρωπιστικής σκέψης του συγγραφέα. Και εδώ οι περιγραφές ανθρώπων και καταστάσεων διαθέτουν τον ρεαλισμό του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ. Και εδώ ο συγγραφέας κατανοεί τους πάντες και τα πάντα. Μοιάζει να έχει τα καλύτερα συναισθήματα ακόμα και για ανθρώπους που εμφανώς έρχονται σε σύγκρουση. Και εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν «λαϊκό» λόγο, που τοποθετείται με σαφήνεια απέναντι στην Ιστορία και την Ψυχή. Και εδώ ο συγγραφέας εμφορείται από βαθιά ανθρωπιστικές ιδέες. Ο άνθρωπος από τη φύση του τείνει προς το καλό, αλλά η σκληρότητα της ζωής περιορίζει αυτή την καλή φύση σ’ έναν πυρήνα, που ωστόσο δεν είναι καθόλου αδύνατον να διευρυνθεί, σε συνθήκες ελευθερίας και συνεργασίας. Αυτή την ελευθερία αφαίρεσε ο Σταλινισμός από τη σοβιετική κοινωνία, αντικαθιστώντας το ήθος και τις αξίες μιας ένδοξης επανάστασης με μια διεστραμμένη θρησκεία. Για τον Γκρόσμαν ο Στάλιν δεν ήταν δικτάτορας, αλλά ιερέας και αυτό ακριβώς ήταν που έκανε τα έργα και τις ημέρες του αποτρόπαια. Δεν υποδούλωσε μόνο μια κοινωνία, αλλά προσπάθησε να την κάνει να πιστέψει πως την απελευθέρωσε. Οι άνθρωποι μπορεί να υποφέρουν, αλλά είναι πάντα έτοιμοι να ξεκινήσουν μια νέα ζωή, αφού ακόμα και στις πιο φρικτές συνθήκες δεν σταματούν να σκέφτονται τα απλά πράγματα της ζωής. Στην πραγματικότητα οι άνθρωποι θέλουν απλά να ευτυχήσουν. Το παράλογο με την Ιστορία είναι πως αυτό το τόσο απλό πράγμα το καταντά αφύσικα δύσκολο. Όμως εδώ, σ’ αυτό το έργο, το βάρος πέφτει στον φυλακισμένο ήρωά του, που απελευθερώνεται και επιστρέφει μετά από χρόνια σε έναν κόσμο εντελώς αλλαγμένο. Ίσως αυτό το «βάρος» να οφείλεται στο γεγονός πως ουσιαστικά ο ίδιος ο συγγραφέας ανήκε στην Ρωσία, που σιωπούσε, βλέποντας ζωές να καταστρέφονται από την εξουσία. Ίσως μια κρυφή ενοχή –όσο άδικη κι αν είναι στην περίπτωση του Γκρόσμαν– να τον βασάνιζε. Υπήρξε συγγραφέας που μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καταπιάστηκε με την κριτική του συστήματος. Αλλά πριν από τον πόλεμο υπήρξε επίσης ένας «πιστός» Σοβιετικός πολίτης. Κι όμως ο συγγραφέας ταυτίζεται με τον ήρωά του. Ταυτίζεται τόσο, που θα έλεγε κανείς πως υπήρξε και ο ίδιος φυλακισμένος σε στρατόπεδο. Σαν να ήταν η «ελευθερία» που απολάμβανε μια άλλου είδους σκλαβιά.
Το Τα Πάντα Ρει ως έργο φορτώθηκε πολλά πράγματα. Έπρεπε να γίνει ένα μυθιστόρημα, έπρεπε να ασκήσει κοινωνική κριτική, έπρεπε να καταγράψει όσα τραγικά συνέβησαν, μετά την επανάσταση και έπρεπε να κάνει αυτοκριτική. Τόσοι στόχοι, από τους οποίους άλλοι ανήκουν στην λογοτεχνία και άλλοι όχι – χρειάζονταν αντοχές που ο Γκρόσμαν δεν διέθετε εκείνη την εποχή.
Παρ’ όλα αυτά το έργο παραμένει σημαντικό. Θα έλεγε κανείς πως μπορεί να διαβαστεί σαν ένα πεζό ποίημα, σαν ένα αφηγηματικό δοκίμιο ή σαν «λαϊκό» χρονικό.
Οπωσδήποτε γοητευτικό, καταιγιστικό, βαθιά ανθρώπινο και φιλοσοφημένο.
 
 
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ
Έτσι έγινε προφανής, με τραγική σαφήνεια,
ένας ιερός νόμος της ζωής:
Η ανθρώπινη ελευθερία στέκει πάνω απ’ όλα.
Δεν υπάρχει σκοπός στον κόσμο,
για χάρη του οποίου είναι επιτρεπτό
να θυσιάζεται η ανθρώπινη ελευθερία.
 
 
ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ, λοιπόν, το κύκνειο άσμα που ο Βασίλι Γκρόσμαν δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Πρόλαβε, ωστόσο, να περιγράψει μια εποχή όπου όλα ήταν ρευστά, μια εποχή κοσμοϊστορικών αλλαγών και ραγδαίων κοινωνικών εξελίξεων - την εποχή της μετασταλινικής Ρωσίας. Τα πάντα ρει είναι ένα μυθιστόρημα που, κατά τα ειωθότα του Γκρόσμαν, είναι γεμάτο Ιστορία. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε, όταν το έργο του πλαισιώνεται από την εποχή των στρατοπέδων της Γκούλαγκ, του σταλινικού ελέγχου στους Σοβιετικούς επιστήμονες, της αντιεβραϊκής εκστρατείας των αρχών του ’50 και των πέντε εκατομμυρίων θυμάτων που άφησε πίσω του ο Μεγάλος Λιμός των ετών 1932-1933. Θα έλεγε κανείς, μάλιστα, πως η λογοτεχνική δύναμη της περιγραφής του Γκρόσμαν μπορεί να συγκριθεί με αυτή του Δάντη στη Θεία Κωμωδία.
Είναι εντυπωσιακό ότι ένας συγγραφέας είχε το σθένος να γράψει για τις πιο ζοφερές σελίδες της ιστορίας του 20ού αιώνα - το Στάλινγκραντ, το Ολοκαύτωμα και το Μεγάλο Λιμό. Η κινητήριος δύναμη του συγγραφέα παραμένει μυστήριο, αλλά ο ίδιος ο Γκρόσμαν παραπέμπει στη μνήμη της μητέρας του, την οποία δεν κατάφερε να πείσει να τον ακολουθήσει στη Μόσχα το 1941. Έτσι, για τους δύο ήρωές του Γκρόσμαν -Βίκτορ Στρουμ (Ζωή και Πεπρωμένο) και Ιβάν Γκριγκόριεβιτς (Τα πάντα ρει)-, η μητρική φιγούρα κατέχει εξέχουσα θέση, έστω και ως ανάμνηση, και επανέρχεται σε στιγμές έντονης συναισθηματικής φόρτισης.
Ο Γκρόσμαν γράφει μυθιστορήματα με την ευαισθησία ενός ποιητή. Γι’ αυτό και το Τα πάντα ρει, αν και είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο, φτάνει πολύ μακρύτερα από μια ιστορική καταγραφή. Γίνεται έργο πανανθρώπινο αλλά και πολύ προσωπικό, που διηγείται, με την ιδιαίτερη ποιητικότητά του, την ιστορία κάποιου και κάποιας και κάποιου άλλου και, τελικά, την Ιστορία μας. Ίσως γι’ αυτό δικαιούμαστε να πούμε ότι το βιβλίο αυτό είναι η τελευταία πολύτιμη προσφορά του Γκρόσμαν.
 
Κωνσταντίνος Ι. Γκοβόστης

Ο Βασίλι Γκρόσμαν είναι ο Τολστόη της Ε.Σ.Σ.Δ.

MARTINAMIS

 

Ένα μνημείο για τον ανώνυμο ανθρωπάκο του σταλινικού καθεστώτος· ως έργο αντιπροσωπεύει ό,τι αντιπροσώπευε και ο Δρ Ζιβάγκο για τον καλλιτεχνικό κόσμο της μετατσαρικής Ρωσίας ή Ο πρώτος Κύκλος για την επιστημονική ιντελλιγκέντσια.

NEW YORK TIMES

 Είναι εξίσου σημαντικό με τα έργα του Solzhenitsyn· διαβάζεται με μιαν ανάσα.

ANTONY BEEVOR

 

Culture.now [Γράφει ο Γιάννης Αντωνιάδης]

 

ΤΟ ΒΗΜΑ [Γράφει ο Αναστάσης Βιστωνίτης]

 

 

 

 

Γκρόσμαν, ΒασίλιΟ Βασίλι Σεμιόνοβιτς Γκρόσμαν γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1905 στην πόλη Μπερντίτσεβ της Ουκρανίας, που εκείνη την εποχή ήταν έδρα της μεγαλύτερης εβραϊκής κοινότητας στην Ανατολική Ευρώπη. Ο πατέρας του, ένας Μενσεβίκος σπουδασμένος στο εξωτερικό, ήταν χημικός μηχανικός και η μητέρα του, καθηγήτρια γαλλικών. Οι γονείς του χώρισαν νωρίς και ο Βασίλι μεγάλωσε με τη μητέρα του. Το 1922 αποφοίτησε από Γυμνάσιο του Κιέβου και εγγράφηκε στο Τμήμα Χημείας του Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, απΆ όπου αποφοίτησε το 1929. Στη συνέχεια εργάστηκε ως μηχανολόγος, υπεύθυνος για τα μέτρα εργατικής ασφάλειας, σε ανθρακωρυχείο του Ντόνετσκ, στο Περιφερικό Ινστιτούτο Παθολογίας της Ουκρανίας και στο Τμήμα Χημείας της Ιατρικής Σχολής «Στάλιν». Παράλληλα άρχισε να γράφει τα πρώτα του διηγήματα, με θέματα παρμένα από τον εμφύλιο πόλεμο και τη ζωή των ανθρακωρύχων.
Το 1933 εγκαταστάθηκε στη Μόσχα. Εκεί, η δημοσίευση του διηγήματός του Στην Πόλη του Μπερντίτσεφ, έγινε αφορμή να γνωριστεί με τον Μαξίμ Γκόρκι και τον Μιχαήλ Μπουλγκάκοβ, οι οποίοι τον βοήθησαν να εκδώσει το πρώτο του μυθιστόρημα: Γκλιούκαουβ. Η έκδοση του πρώτου τόμου του μυθιστορήματος Στεπάν Κολτσούγκιν [1937-40], στο οποίο περιέγραφε την πνευματική ολοκλήρωση ενός νεαρού Μπολσεβίκου εργάτη, του άνοιξε τις πόρτες της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων και τον δρόμο για μιαν επιτυχημένη συγγραφική πορεία. Το βιβλίο προτάθηκε για το Βραβείο Στάλιν, αλλά δεν έφτασε στην τελική λίστα, επειδή η στάση του συγγραφέα απέναντι στους Μενσεβίκους δεν ήταν αρκετά εχθρική. Στη διάρκεια των εκκαθαρίσεων του 1937, συνελήφθησαν πολλοί φίλοι και συγγενείς του, συμπεριλαμβανομένης της συζύγου του, την οποία κατάφερε να απελευθερώσει μετά από έναν ολόκληρο χρόνο. Στο μεταξύ είχε αφιερωθεί αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Η ρεαλιστική γραφή του -εξαιρουμένων των εκτενών χωρίων με φιλοσοφική διάθεση, τα οποία ωστόσο δεν παραβίαζαν ανοιχτά την καθεστωτική ιδεολογία- βρισκόταν εντός των ορίων του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Εξάλλου, ο Γκρόσμαν δεν εγκατέλειψε ποτέ το όραμα μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Τον Ιούνιο του 1941, με την κήρυξη του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας του Κόκκινου Στρατού Ερυθρός Αστέρας. Έτσι, έγινε αυτόπτης μάρτυς τόσο της αιματηρής ήττας του ρωσικού στρατού όσο και της ηρωικής αντεπίθεσής του. Πολέμησε στο Στάλινγκραντ μέχρι και την τελευταία μέρα. Παρασημοφορήθηκε και προβιβάστηκε σε αντισυνταγματάρχη, για την αυτοθυσία που επέδειξε. Όταν ο Κόκκινος Στρατός άρχισε την προέλασή του προς το Βερολίνο, ο Γκρόσμαν ήταν ένας από τους πρώτους ανταποκριτές που μπήκαν στα στρατόπεδα εξόντωσης του Μαϊντάνεκ και της Τρεμπλίνκα. Το διήγημά του Η Κόλαση της Τρεμπλίνκα υπήρξε η πρώτη γραπτή μαρτυρία για τα ναζιστικά στρατόπεδα.
Μετά το τέλος του πολέμου, συνεργάστηκε με τον Ιλιά Έρενμπουργκ για τη σύνταξη της Μαύρης Βίβλου, μιας λεπτομερούς παρουσίασης της γενοκτονίας των Εβραίων στα κατεχόμενα από τους Γερμανούς εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης. Η αποκάλυψη του μεγέθους της θηριωδίας των Γερμανών, θύμα της οποίας έπεσε πολύ νωρίς η μητέρα του, «έκανε» τον Γκρόσμαν Εβραίο, ακριβώς όπως την ¶ννα Σεμιόνοβα, στο Ζωή και Πεπρωμένο. Γράφει στον γιο της Βίκτωρα Στρουμ: «Δες, εγώ δεν ένοιωσα ποτέ Εβραία. Από παιδί έκανα παρέα με Ρώσους. Οι αγαπημένοι μου ποιητές ήταν ο Πούσκιν και ο Νεκράσοβ. Το έργο που με έκανε πραγματικά να κλάψω -μαζί με όλους τους θεατές: αγροτικούς γιατρούς- ήταν ο Θείος Βάνιας του Τσέχοβ, από τον Στανισλάβσκη. Και στα δεκατέσσερά μου, Βιτιένκα, όταν η οικογένειά μας ετοιμαζόταν να μεταναστεύσει στη Νότιο Αμερική, είπα στον πατέρα μου: «Καλύτερα να πέσω να πνιγώ παρά νΆ αφήσω τη Ρωσία». Και δεν πήγα. Ωστόσο, στη διάρκεια αυτών των φρικτών ημερών, η καρδιά μου γέμισε μητρική τρυφερότητα για τον εβραϊκό λαό. Ποτέ δεν είχα νοιώσει τόση αγάπη. Μου θυμίζει την αγάπη μου για σένα, ακριβέ μου γιε».
Έκτοτε, ο Γκρόσμαν δεν θα αναγνωρίζει καμιά πολιτική αρχή ανώτερη από την αλήθεια. Και αρχίζουν οι «προστριβές», με πρώτο περιστατικό τη σκληρή επίθεση που δέχθηκε από τις στήλες της κομματικής εφημερίδας Πράβδα το ανέβασμα του θεατρικού έργου του Αν Πιστεύετε τους Πυθαγορείους.
Στο μεταξύ, γράφει το πρώτο μέρος ενός μυθιστορήματος με θέμα τη ζωή των μελών μιας ρωσικής οικογένειας, στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Με τον τίτλο Δίκαιη Επιδίωξη δημοσιεύεται σε συνέχειες στο περιοδικό Νέος Κόσμος και κατηγορείται για σοβαρά ιδεολογικά σφάλματα, με αποτέλεσμα να μην κυκλοφορήσει σε βιβλίο παρά μόνο μετά από τον θάνατο του Στάλιν, παρΆ όλο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξαιρετικά φιλικό προς το καθεστώς. Η επίθεση αυτή κινητοποιεί τον συγγραφέα, που αρχίζει αμέσως να γράφει το δεύτερο μέρος, με τον τίτλο Ζωή και Πεπρωμένο. Χρειάστηκε πέντε χρόνια για να ολοκληρώσει την πρώτη μορφή του έργου που τώρα είχε πάρει στο μυαλό του διαστάσεις «τολστοϊκής» εποποιίας. Το 1960 επιχείρησε να δημοσιεύσει το Ζωή και Πεπρωμένο, αλλά η ύπαρξή του τέθηκε υπόψη του κομματικού μηχανισμού. Το χειρόγραφο όχι μόνο δεν μπόρεσε να εκδοθεί, αλλά κλάπηκε από την Κα-Γκε-Μπε! Στις 14 Φεβρουαρίου του 1961, δύο κρατικοί πράκτορες μπήκαν στο σπίτι του και πήραν τα πάντα: το χειρόγραφο, το δακτυλογραφημένο αντίγραφο, το καρμπόν και τη μελανοταινία της γραφομηχανής, για να αποκλειστεί κάθε δυνατότητα αναπαραγωγής έστω και μιας πρότασης. Όλες οι προσπάθειές του να πάρει πίσω το χειρόγραφό του έπεσαν στο κενό. Ο Μιχαήλ Σουσλόφ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κόμματος, του είπε πως το βιβλίο του δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει στη Σοβιετική ένωση πριν περάσουν διακόσια ή τριακόσια χρόνια. Στην απάντησή του, ο αρχικομισάριος σημείωνε: «Δεν έχω διαβάσει το μυθιστόρημα, αλλά διάβασα προσεκτικά τις αξιολογήσεις του χειρογράφου, που περιέχουν εκτενή αποσπάσματα. Γιατί θα πρέπει να προσθέσουμε το βιβλίο αυτό στις τόσες ατομικές βόμβες που μας σημαδεύουν; Γιατί θα πρέπει να εκδώσουμε ένα βιβλίο που θέτει σε δημόσιο διάλογο την αναγκαιότητα ύπαρξης της Σοβιετικής Ένωσης;» Ο ηγέτης της «αποσταλινοποίησης», Χρουστσόφ, απλά δεν απάντησε στην επιστολή με την οποία ο Γκρόσμαν απαιτούσε να του παραδοθεί το χειρόγραφο. Έτσι, ο συγγραφέας πέρασε τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του τσακισμένος ψυχικά από τη μεγάλη απώλεια. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1964, πέθανε, από καρκίνο του στομάχου.
Επιλέξτε νομό για να δείτε τα μεταφορικά του προϊόντος:

* Για πιο ακριβή αποτελέσματα προσθέστε όλα τα προϊόντα στο καλάθι σας και υπολογίστε τα μεταφορικά στην ολοκλήρωση της παραγγελίας. Οι δυσπρόσιτες περιοχές επιβαρύνονται με 2.5€

Στείλτε μας την απορία σας για το προϊόν.
 

Δείτε επίσης