Η ΝΥΧΤΑ Ο ΦΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
Δεν είχα καν προσέξει πως οι μαύρες κάμπιες είχαν κατεβεί στα χέρια της / κοίταξα τη λευκή γραμμή ανάμεσα στις ωμοπλάτες. / Το γυαλιστερό μαχαίρι εκεί θα καρφωνόταν, όχι τα μεσάνυχτα, πιο πριν, / την ώρα που έπεφταν χρωματιστά χαρτόνια από τον ουρανό / και προσωπίδες. Μέτρησα τα βήματά μου. Δέκα ή έντεκα. / Δεν έχει σημασία. Ήταν παράξενο
|