Η ΑΥΛΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ
Δεκατρία χρόνια εκεί μέσα σε γαλαρίες, να βγάζει κάρβουνο. Σύνορα Πολωνίας - Τσεχίας. Κανένας γνώριμός του. Και κατόπιν, πάνω στα δέκα χρόνια, έρχεται ένας με μια μεγάλη, μαύρη κούρσα. Έρχεται να τον συνετίσει γιατί ρωτάει συχνά: «Για ποιον σκοπό μακελευτήκαμε;». Ρωτάει, σαν να τον ακούει κάποιος, κι είναι μονάχα ο ίδιος που ακούει τα λόγια του. Και μέσα στην γυαλιστερή μαύρη κούρσα αναγνωρίζει έναν μεγάλο και τρανό κάτι σαν ύπατο πρησκομαγουλάτο. Ναι, αυτός έρχεται να του πει ότι δεν δύναται κανείς να ελέγχει ατιμώρητα το κόμμα
Γιατί τ ακούν τα λόγια του απ τις γαλαρίες μέσα ως την πρωτεύουσα! Κι αυτός, στον μεγάλον και τρανόν εκείνον: «Φτού σου! Δεν ντρέπεσαι; Σε κάθησαν σ αυτήν την κούρσα και τη γλώσσα σου την κατάπιες; Για ποιους σκοπούς αφήσαμε δικούς και σπίτια πίσω μας; Γιατί φάγαμε γάτες, χελώνες, σκυλιά; Να κυνηγάνε το είδα τρεις μια γριά, να τη σκοτώσουν, να την φάνε
Δεν τα μιλάτε ετούτα τα καταπίνουν κούρσες
τέτοια!
».
|