ΑΖΟΡ, Ο ΣΚΥΛΟΣ
Μόλις είχε αρχίσει να χαράζει. Λίγο πιο πριν ο πανάρχαιος όρθρος είχε ξεψυχήσει ξανά μαζί με μια μακρόσυρτη λυπητερή υλακή σα να χε βγει μέσα από τα πέτρινα σπλάγχνα του κρεουργημένου Σαρακηνού. Η αμφιλύκη είχε ανοίξει το μαντρί και μια κοπή ρόδινα προβατάκια είχε σκαρίσει στο βολιώτικο ουρανό είχε αρχίσει να μοιράζει δειλά τη νομή της. Ακόμη όμως δεν είχε σελαγίσει πάνω από της Κυρίας Ρόζας την αξημέρωτη αυλή.
|